Η εξέλιξη του queer κινηματογράφου στην Ελλάδα Από τη Φτερού και τους «κραγμένους» χαρακτήρες του Παράβα μέχρι τις ταινίες του Γιάνναρη και τη Στρέλλα, το ελληνικό queer cinema εξελίχθηκε παράλληλα με τους αγώνες του ΛΟΑΤΚΙ+ κινήματος
του Χρήστου Παρίδη
Αν η ιστορία των γκέι στον ελληνικό κινηματογράφο ξεκινούσε με τον Σταύρο Παράβα, τον Τάκη Μηλιάδη, τον Ανδρέα Νομικό (γνωστό ως Φτερού) και άλλους, λιγότερο ή περισσότερο γνωστούς κωμικούς της επιθεώρησης που το παλιό λαϊκό σινεμά χρησιμοποιούσε, τοποθετώντας τους στην πλοκή ουρανοκατέβατους ως κραγμένες αδερφές για να προκαλέσουν γέλιο, η κατάσταση θα ήταν απλώς αποκαρδιωτική. Βέβαια, για πάρα πολλά χρόνια αυτή ήταν η εικόνα που είχε ο μέσος Έλληνας και η μέση Ελληνίδα για τον άντρα ομοφυλόφιλο: θηλυπρεπής γελοιογραφία του αντρικού προτύπου. Εξαίρεση ίσως αποτελούσε ο υπόγειος ερωτισμός των ταινιών του Μιχάλη Κακογιάννη και εν μέρει του Γιάννη Δαλιανίδη, με έμφαση στα ωραία αντρικά σώματα και στις ένοχες επαφές. Κάνοντας μια ανασκόπηση, θα μπορούσαμε να πιάσουμε το νήμα από το 1962 και τη Φαίδρα του Ζιλ Ντασέν με τη Μελίνα Μερκούρη, που στην ιδιαίτερα φορτισμένη δραματικά σκηνή της απόγνωσής της για τον Ιππόλυτο/Alexis (Άντονι Πέρκινς) η οικονόμος της Άννα, που ερμηνεύει η Ολυμπία Παπαδούκα, αποκαλύπτει τον δικό της ερωτισμό προς τη λατρεμένη της κυρία. Δύο άλλες ποιητικές ταινίες του 1967, το Vortex του Νίκου Κούνδουρου και ο Ορέστηςτου εικαστικού και σκηνογράφου Βασίλη Φωτόπουλου, δεν διστάζουν να δώσουν ομοερωτική διάσταση στην κεντρική τους πλοκή. Καμία από τις δύο ταινίες, βέβαια, δεν είχε λαϊκή απήχηση, οπότε δεν μπορούμε να μιλάμε για ενδεχόμενη επιρροή, καθώς το πλατύ κοινό έτρεφε άκρως αρνητικά αισθήματα για τη διαφορετική ερωτική επιθυμία έτσι κι αλλιώς. Η ταινία που έκανε τη μεγαλύτερη αίσθηση ήταν η Στρέλλα, το 2009, σε σκηνοθεσία του Πάνου Κούτρα με πρωταγωνίστρια την τρανς Μίνα Ορφανού αλλά και τη βετεράνο Μπέττυ Βακαλίδου.
Ήταν ουσιαστικά η Μεταπολίτευση που άνοιξε τον δρόμο σε μια νέα γενιά κινηματογραφιστών ώστε να εκφραστεί ανοιχτά και να αναδείξει μια σεξουαλικότητα που μέχρι τότε η κοινωνία έκρυβε κάτω από το χαλί, εκδηλώνοντάς την πίσω από κλειστές πόρτες. Έτσι, όταν το 1976 γυρίζονται οι πρώτες μικρού μήκους ταινίες με queer θεματική, όπως ο Λίβιος του Γιώργου Καλογιάννη, η Λίζα και η Άλλη και η Καλλονή (και στα δύο πρωταγωνιστεί ο Νίκος Μουρατίδης) του Τάκη Σπετσιώτη και η Όπερα του Ανδρέα Βελισσαρόπουλου, μπαίνουν τα θεμέλια μιας ελληνικής queer φιλμογραφίας. Σκηνή από την ταινία «Όπερα» του Ανδρέα Βελισσαρόπουλου. Η πρώτη μικρού μήκους ταινία που τάραξε τα νερά, όμως, ήταν το δραματοποιημένο ντοκιμαντέρ του 1979 Μπέττυ του Δημήτρη Σταύρακα, σε παραγωγή του διευθυντή φωτογραφίας της Ευδοκίας, Χρήστου Μάγγου. Βασισμένο στο αυτοβιογραφικό βιβλίο της Μπέττυς Βακαλίδου, παρουσιάζει ένα 24ωρο στη ζωή της τρανς συγγραφέως. Αφού πρώτα βραβεύτηκε στα φεστιβάλ Δράμας και Λάρισας, παίχτηκε στις αίθουσες μαζί με την Πρόβα Ορχήστρας του Φελίνι, προκαλώντας αίσθηση και σε πολλούς δυσθυμία. Παράλληλα, προετοίμασε το έδαφος για μια άλλη ταινία που αποτέλεσε μεγάλη εισπρακτική επιτυχία το 1982, τον Άγγελο του Γιώργου Κατακουζηνού, ένα μελόδραμα εμπνευσμένο εν μέρει από την πραγματική ιστορία ενός εκδιδόμενου παρενδυτικού της Συγγρού που δολοφόνησε τον εραστή του. Με πρωταγωνιστές τους άγνωστους τότε Μιχάλη Μανιάτη και Διονύση Ξάνθο, την Κατερίνα Χέλμη και τον Χρήστο Τσάγκα, παρ' ότι αναπαράγει πολλά κλισέ για το πώς αντιλαμβανόταν η εποχή τους ομοφυλόφιλους, αποτέλεσε μια θετική πρώτη επαφή του μεγάλου κοινού με τα αδιέξοδά τους. Στην ταινία εμφανιζόταν μια πλειάδα τραβεστί, όπως λεγόντουσαν τότε, ως ηθοποιοί. Την ίδια χρονιά ο Χάρης Παπαδόπουλος κατέγραφε σε ένα ολιγόλεπτο φιλμ με τίτλο Poste Restante - Ομόνοια τη νυχτερινή δραστηριότητα της πλατείας, που ποτέ δεν κοιμάται, και λίγοι γνώριζαν πραγματικά. Το 1985 ο Τάκης Σπετσιώτης, που ήδη υπηρετούσε το είδος, έχοντας κάνει και την πειραματική Στην αναπαυτική μεριά (1981), γύρισε μια φιλόδοξη ταινία εποχής επάνω στη ζωή του δανδή ποιητή του Μεσοπολέμου Ναπολέοντα Λαπαθιώτη με τίτλο Μετέωρο και Σκιά. Πρωταγωνιστούσαν ο Τάκης Μόσχος, ο Αριστοτέλης Αποσκίτης, ο Γιάννης Ζαβραδινός, ο Γιώργος Κέντρος, ο Μιχαήλ Μαρμαρινός, η Άννα Κοκκίνου, ο Γιάννης Παλαμιώτης και άλλοι. Χρειάστηκαν τρία χρόνια για να γίνει η επόμενη ταινία με queer θεματική. Το 1988 ο Γιώργος Κόρρας και ο Χρήστος Βούπουρας γυρίζουν τον ... λιποτάκτη, που διαδραματιζόταν σε μια λουτρόπολη, δείχνοντας τα αδιέξοδα ενός γκέι στην επαρχία. Πρωταγωνιστής ήταν ο άγνωστος τότε Στέλιος Μάινας. Την ίδια χρονιά η Φρίντα Λιάππα έβαλε δύο γυναίκες να ερωτοτροπούν στην ταινία της Ήταν ένας ήσυχος θάνατος. Το 1989 βραβεύεται στη Δράμα ένα ακόμα «ανήσυχο» φιλμ, το Όταν έχει πανσέληνο κανείς δεν κοιμάται του Παντελή Παγουλάτου, από κοινού με τα Μάρμαρα, μια πτυχιακή μικρού μήκους ταινία του Αλέξη Μπίστικα, όπου κεντρικό πρόσωπο ήταν το gay icon Μελίνα Μερκούρη, τότε υπουργός Πολιτισμού. Ο Μπίστικας, τα επόμενα χρόνια και μέχρι τον πρόωρο θάνατό του, συνέβαλε όσο λίγοι στην εξέλιξη του ελληνικού queer κινηματογράφου. Με την επιστροφή του από το Λονδίνο έφερε την κινηματογραφία του ερωτισμού, τη δυναμική του δρόμου και του κοινόβιου, στοιχεία παρεμφερή με εκείνα που συναντάμε στον Κωνσταντίνο Γιάνναρη, που δραστηριοποιούνταν στην ίδια πόλη και προσέγγιζε την γκέι πραγματικότητα με τον ίδιο τρόπο, αντιμετωπίζοντας το όλο θέμα αριστερόστροφα και εξτρεμιστικά. Μέχρι ενός σημείου ακολουθούσαν παράλληλους δρόμους. Ο Μπίστικας γύρισε το 1990 το τρίλεπτο Φιλί, όπου δύο εραστές φιλιούνται ξαπλωμένοι σε ένα κρεβάτι, ενώ στο φόντο εμφανίζεται ο Επιτάφιος της ορθόδοξης εκκλησίας του Λονδίνου κι ακούγεται το «Ω γλυκύ μου έαρ», ενώ την ίδια περίοδο ο Γιάνναρης γύρισε τους Τρώες με θέμα τη ζωή και το έργο του Καβάφη. Ο Μπίστικας αμέσως μετά έκανε την περίφημη Γραβάτα με τον Σταύρο Ζαλμά και λίγο πριν φύγει από AIDS το αυτοαναφορικό Ξέφωτο, με τον γκέι σκηνοθέτη Ντέρεκ Τζάρμαν να κοιτάζει την κάμερα, ενώ στο background ακούγεται ένα σαξόφωνο να παίζει μια μελωδία του Μάνου Χατζιδάκι. Ο Κωνσταντίνος Γιάνναρης, έχοντας στο ενεργητικό του ολιγόλεπτα φιλμ, ντοκιμαντέρ για το Channel 4 (ανάμεσά τους το Οι Έλληνες για το ελληνικό γκέι κίνημα), βιντεοκλίπ (π.χ. για τον Marc Almond) και ταινίες, ήρθε στην Ελλάδα αρχικά για να γυρίσει με τον Σταύρο Ζαλμά (με τον οποίο είχε διασχίσει την Αμερική, γυρίζοντας το North of Vortex) το Μια θέση στον ήλιο, όπου ένας νεαρός Αλβανός συναντάει έναν Έλληνα, με τον οποίο τον συνδέει μια κοινή μοίρα. Η ταινία βραβεύτηκε στο Φεστιβάλ Δράμας και του έδωσε την αφορμή, τέσσερα χρόνια μετά, να γυρίσει στην Αθήνα το Από την άκρη της πόλης. Μια διαδρομή από το Μενίδι στην Ομόνοια που συχνά επαναλαμβάνεται, καθώς μια παρέα νεαρών Ρωσοπόντιων ανακαλύπτει τη μεγάλη αφιλόξενη πόλη. Ο πρωταγωνιστής της ταινίας Στάθης Παπαδόπουλος, ένας παραβατικός έφηβος, αναλαμβάνει, μεταξύ άλλων, να συναντάει τον Αιμίλιο Χειλάκη στο πολυτελές του διαμέρισμα και να του προσφέρει ερωτικές υπηρεσίες. 20.11.2017 Οι γκέι χαρακτήρες στον ελληνικό κινηματογράφο Μια διαφορετική περίπτωση είναι ο Χρήστος Δήμας που μεταξύ 1995 και 1999 γύρισε τέσσερις ταινίες με κοινή προβληματική και λυρισμό: Ένας ουρανός γεμάτος αστέρια, Tender, Ανάσα και Αμερικάνος. Η αυλαία είχε πια ανοίξει και η απαίτηση για ακόμα πιο ενδιαφέρουσες και τολμηρές ταινίες ήταν καθολική. Στο Φεστιβάλ Θεσσαλονίκης, στο πλαίσιο των Νέων Οριζόντων του Δημήτρη Εϊπίδη, προβάλλονταν εκπληκτικά queer φιλμ από τα πέρατα του κόσμου και έμοιαζε σαν η ελληνική κινηματογραφία να όφειλε να αντιδράσει αναλόγως. Μέχρι που γίνεται η πρεμιέρα της ταινίας του Πάνου Κούτρα Η επίθεση του γιγαντιαίου μουσακά. Μια ευφυής camp σάτιρα, όπου μέσα από μια ξεκαρδιστική ιδέα, ότι η πόλη απειλείται από ένα ξέμπαρκο κομμάτι μουσακά, που παραπέμπει στα b-movies καταστροφής των '50s, παρέλαυνε όλη η γκέι Αθήνα και όχι μόνο. Παράλληλα, στη mainstream παραγωγή, ένα συγγραφικό δίδυμο που έγινε γνωστό από τις τηλεοπτικές του κωμωδίες, ο Μιχάλης Ρέππας και ο Θανάσης Παπαθανασίου, στην πρώτη τους ταινία, το Safe Sex, η οποία έσπασε, κυριολεκτικά, τα ταμεία, έβαλαν δημοφιλείς ηθοποιούς, όπως ο Κώστας Κόκλας, ο Βλαδίμηρος Κυριακίδης και ο Κρατερός Κατσούλης, να ερμηνεύσουν αμιγώς γκέι ρόλους. Το 2003 γυρίζουν τη δραματική ταινία Οξυγόνο με θέμα ένα γκέι σκάνδαλο στην ελληνική επαρχία, επιστρατεύοντας και πάλι γνωστούς πρωταγωνιστές. Ο δε Βλαδίμηρος Κυριακίδης σκηνοθετεί το 2006 την κωμωδία Straight Story, όπου σε μια κοινωνία ομοφυλόφιλης κανονικότητας ένα αγόρι δηλώνει στρέιτ. Το 2001 ο Κυριάκος Χατζημιχαηλίδης μας λέει στη μικρού μήκους ταινία του με πρωταγωνιστές τον Θέμη Πάνου και τον Πέτρο Λαγούτη ότι Οι άνδρες δεν κλαίνε και το 2006 ο σκηνοθέτης θεάτρου Γιάννης Διαμαντόπουλος διασκευάζει ελεύθερα και μεταφέρει στο σινεμά το βιβλίο του Βασίλη Καβαθά Ωραίο το φουστάνι σου, Γιώργο μου, εμπνευσμένο από τη ζωή της Ραχήλ. Η ταινία έχει τίτλο Το γαλάζιο φόρεμα και πρωταγωνιστές τον Γιώργο Νανούρη και τη Ράνια Οικονομίδου. Την ίδια χρονιά η Κατερίνα Ευαγγελάκου βάζει στην ταινία της Ώρες κοινής ησυχίας μία από τις πιο τρυφερές γκέι σκηνές που έχουν προβληθεί στον ελληνικό κινηματογράφο. Η ταινία που έκανε, όμως, τη μεγαλύτερη αίσθηση ήταν η Στρέλλα, το 2009, σε σκηνοθεσία του Πάνου Κούτρα – στο σενάριο συνεργάστηκε με τον λογοτέχνη και συγγραφέα του εξαιρετικού γκέι μυθιστορήματος Κωνσταντίνος, Παναγιώτη Ευαγγελίδη. Με πρωταγωνίστρια την τρανς Μίνα Ορφανού αλλά και τη βετεράνο Μπέττυ Βακαλίδου, ενόχλησε με τη θέση της ακόμα και μέρος της γκέι κοινότητας, αφενός λόγω της οιδιπόδειας προβληματικής της, αφετέρου λόγω του φινάλε, που απομυθοποιεί την παραδοσιακή οικογένεια. Κι ενώ το 2010 ο Άγγελος Φραντζής παρουσίασε το Μέσα στο δάσος, ο Κώστας Ζάππας, έναν χρόνο μετά, όργωνε την Αθήνα μαζί με έναν πρώην τρομοκράτη που καμουφλάρεται ως γυναίκα για να ξεφύγει από τους φασίστες. Με ήχους heavy metal και τη φωνή της Μαρίας Κάλλας, στο Η ανταρσία της κόκκινης Μαρίας αποκαλύπτει έναν κινηματογράφο-«αντάρτικο πόλης». Την αμέσως επόμενη χρονιά, το 2012, στην υπερπαραγωγή J.A.C.E. ο Μενέλαος Καραμαγγιώλης έκανε μια απίστευτη διαδρομή από τις αθηναϊκές νύχτες μέχρι τα βουνά της Αλβανίας και από τις πίστες των τσίρκων στους πολύβουους δρόμους της Αθήνας, καθώς ο J.A.C.E. (όνομα που παραπέμπει σε όρο που σημαίνει «ένας μπερδεμένος -σεξουαλικά- ελέφαντας») τρέχει για να αποδράσει απ' όσους πιστεύουν ότι έχει δολοφονήσει τον εραστή του. Το 2011 ο Παναγιώτης Ευαγγελίδης, με το Δίπτυχο - Η αγάπη που δεν λέει το όνομα της, αποπειράται να αναπλάσει εικόνες βγαλμένες από τη ζωγραφική του Γιάννη Τσαρούχη, ενώ επιστρέφει το 2014 στη μεγάλη οθόνη, και πάλι ως συνεργάτης του Κούτρα στο σενάριο της ταινίας Ξενία, μιας καταγγελίας για τα ελληνόπουλα δεύτερης γενιάς χωρίς ιθαγένεια – και εδώ το queer στοιχείο είναι έντονο. Την ίδια χρονιά ο Χρήστος Βούπουρας επανέρχεται μετά από πολύ καιρό με την ταινία 7 θυμοί, σκιαγραφώντας ένα μωσαϊκό της σύγχρονης Αθήνας: μετανάστες, γυναίκες σε απόγνωση, μοναχικοί άνθρωποι, πολιτικά αποπροσανατολισμένα άτομα. Ίσως δεν υπάρχει πιο ακριβές queer προφίλ της σημερινής μας πραγματικότητας.
Πηγή: www.lifo.gr