Ο νέος Γερμανικός κινηματογράφος (2) image
Νέος Γερμανικός κινηματογράφος
Σκηνοθέτες-ταινίες


Ο νέος γερμανικός κινηματογράφος δημιουργήθηκε από τη δεύτερη μεταπολεμική γενιά, στο τέλος της δεκαετίας του ’60. Η καταπιεσμένη ενοχή της προηγούμενης γενιάς για τον πόλεμο, η έμμονη ιδέα του παρελθόντος, βρήκε έκφραση μέσα από τις ταινίες γερμανών δημιουργών του κινηματογράφου, όπως οι Βέρνερ Χέρτζογκ, Φόλκερ Σλέντορφ, Ράινερ Βέρνερ Φασμπίντερ, Βιμ Βέντερς, Βέρνερ Σρέτερ, Χέλμα Ζάντερς Μπραμς, και Μαργκαρέτε φον Τρότα.

Ο Βέρνερ Χέρτζογκ (γενν. 1942) εγκαινίασε τον νέο γερμανικό κινηματογράφο, το 1967, με την ταινία Σημεία ζωής, ένα ριμέικ του Νοσφεράτου, για την οποία είχε κάνει γυρίσματα και στην Ελλάδα. Το κεντρικό θέμα που απασχολεί τον Χέρτζογκ, όπως απασχόλησε και τους γερμανούς εξπρεσιονιστές του 1920, είναι το ίδιο θέμα που απασχόλησε και τους ρομαντικούς Γερμανούς (Γκαίτε): η σύγκρουση του ανθρώπου με τη φύση. Στην ταινία Φιτσκαράλντο, ο τυχοδιώκτης του Αμαζονίου (1982), ο ήρωας, που τον υποδύεται ο Κλάους Κίνσκι, ως νέος οραματιστής του εκπολιτισμού των αγρίων, θέλει να φέρει τον διεθνούς φήμης τενόρο Καρούζο μέσα στη ζούγκλα. Η ταινία, όπως και το Αγκίρε η μάστιγα του θεού (1972), στηρίζεται στο κοντραπούντο σοβαρού και αστείου.

Στο Αίνιγμα του Κάσπαρ Χάουζερ (1974) αφηγείται την πραγματική ιστορία ενός ανθρώπου που έζησε σε ένα υπόγειο για τριάντα χρόνια, δίχως να γνωρίζει ότι υπάρχουν άλλα ανθρώπινα όντα. Για τον ρόλο του Κάσπαρ διάλεξε έναν τρόφιμο ψυχιατρείου.

Στο Καρδιά από γυαλί (1976), στηριγμένο σε ποιητική σεναριακή δομή, γύρισε όλα τα εσωτερικά πλάνα σύμφωνα με πίνακες του Ζορζ ντε λα Τουρ, όπου κυριαρχούν τα θερμά χρώματα, και η φωτιστική τους πηγή είναι συνήθως κεριά, που δίνουν την αίσθηση της ζεστασιάς και της ψυχικής επικοινωνίας. Σε όλα τα εξωτερικά έκανε γύρισμα σύμφωνα με πίνακες του Φρίντριχ, όπου κυριαρχούν τα ψυχρά χρώματα.

Ο Φόλκερ Σλέντορφ (γενν. 1939) γύρισε το πολιτικό θρίλερ Η χαμένη τιμή της Καταρίνα Μπλουμ (1975) πάνω στο θέμα της τρομοκρατίας, θέμα που κάνει την ταινία επίκαιρη στην εποχή μας. Την ταινία σκηνοθέτησε μαζί με τη γυναίκα του, εξέχουσα σκηνοθέτιδα, ηθοποιό και φεμινίστρια, Μαργκαρέτε φον Τρότα.

Με Το ταμπούρλο (1979), που βραβεύτηκε με το Όσκαρ καλύτερης ξένης ταινίας, πετυχαίνει τη χρυσή ισορροπία ανάμεσα στον κινηματογράφο τέχνης και την εμπορικότητα. Είναι η ισορροπία που επιδιώκεται στη σύγχρονη κινηματογραφική αισθητική. Βασισμένο στο μυθιστόρημα του Γκίντερ Γκρας, παρουσιάζει την εποχή της προναζιστικής Γερμανίας μέχρι την ήττα του Τείχους του Ατλαντικού, μέσα από τα μάτια του Όσκαρ Μάτσερατ, που αρνείται να μεγαλώσει. Στη φωτογραφία κυριαρχεί η σέπια και η εξαιρετική σκηνογραφία είναι του Έλληνα, μετέπειτα σκηνοθέτη, Νίκου Περράκη. Η χρήση της μουσικής του Μορίς Ζαρ δημιουργεί πρότυπο για τις ταινίες τέχνης του εμπορικού κινηματογράφου που ακολούθησαν.

Η Μαργκαρέτε φον Τρότα (γενν. 1942) με την ταινία Τα Μολυβένια χρόνια (1982) αναζητά τις ανθρώπινες σχέσεις πίσω από τις τελείως διαφορετικές πολιτικές επιλογές μεταξύ των ανθρώπων. Σύζυγος του Φόλκερ Σλέντορφ από το 1971, κάνει προσωπική καριέρα στον κινηματογράφο ως κορυφαία πλέον σκηνοθέτις γυναικείων θεμάτων και του φεμινιστικού κινήματος. Λάτρης του Μπέργκμαν, αποκαλύπτει την εσωτερική κατάσταση των ηρώων και αποφεύγει εντελώς την επιδερμική ανάλυση κοινωνικών και πολιτικών θεμάτων.

Στην Ρόζα Λούξεμπουργκ (1986), σημαντική ταινία για την Ιστορία, αποκαλύπτει την μεγάλη Γερμανίδα επαναστάτρια που πάλεψε για να έρθει η δημοκρατία στη Γερμανία, αλλά είχε κακό τέλος εξαιτίας της ψεύτικης δίκης που την υποχρέωσαν να περάσει. Η Μπάρμπαρα Σούκοβα στο ρόλο της Ρόζα προσεγγίζει με εξαιρετικό ταλέντο αυτήν την συγκλονιστική επαναστάτρια.

Η φον Τρότα εξακολουθεί να ασχολείται με πολύ σημαντικές γυναικείες προσωπικότητες της Ιστορίας κι η ταινία της Vision (2009), αφιερωμένη στη ζωή μιας πεφωτισμένης μοναχής του Μεσαίωνα, αλλά και η Χάνα Άρεντ (2012), πάνω στην αποκατάσταση του έργου της μεγάλης φιλοσόφου, προδίδουν την εύστοχα προσηλωμένη δημιουργικότητα της φον Τρότα στην ανάδειξη σημαντικών γυναικών της Ιστορίας, διαβάζοντας πιο εσωτερικά τις ηρωίδες της κι έτσι αγγίζοντας την αλήθεια κι όχι απλά τη φήμη αυτών των προσωπικοτήτων.

Ο ξεχωριστός σκηνοθέτης Ράινερ Βέρνερ Φασμπίντερ (1945-1982), κάνει τον κινηματογράφο της ανθρώπινης συντριβής και της σκληρότητας του κόσμου. Χρησιμοποιεί θεατρικές μορφές και ηθελημένα κιτς σκηνικά με μπαρόκ φωτισμούς. Η αίσθηση του εγκλωβισμού του ανθρώπου, εγκλωβισμού στα πάθη του, σεξουαλικά, εξουσιαστικά, υποστηρίζεται από όλα τα εκφραστικά κινηματογραφικά μέσα.

Από τις ταινίες του ξεχωρίζει Ο γάμος της Μαρίας Μπράουν (1979) που είναι μια αλληγορική ιστορία για την πολεμική και τη μεταπολεμική Γερμανία, με τη μόνιμη πρωταγωνίστριά του Χάνα Σιγκούλα.

Σημαντικές ταινίες του είναι Ο Έλληνας γείτονας (Katzelmacher) (1969), Τα πικρά δάκρυα της Πέτρα φον Καντ (1972), Λιλή Μαρλέν (1981), Λόλα (1981), και η τελευταία ταινία πριν τον θάνατό του Ο καυγατζής (Querelle) (1982), βασισμένη στο μυθιστόρημα του Ζαν Ζενέ Ο καυγατζής της Βρέστης.

Ένα από τα εξαιρετικά καδραρίσματα στο ψυχαναλυτικό δράμα δωματίου Τα πικρά δάκρυα της Πέτρα φον Καντ (1972), του Ράινερ Βέρνερ Φασμπίντερ. Σε αυτά τα καδραρίσματα στηρίχτηκε o σκηνοθέτης Julio Medem για να στίσει την ταινία Δωμάτιο στη Ρώμη το 2010.

Ο Βιμ Βέντερς (γενν. 1945) με μόνιμο συνεργάτη στο σενάριο τον Γερμανό συγγραφέα Πέτερ Χάντκε, γυρίζει ταινίες περιπλάνησης (road movies), είναι μανιεριστής στη σκηνοθεσία και ταυτόχρονα δουλεύει ιδιαίτερα τη δομή. Στην Αλίκη στις πόλεις (1974), με διευθυντή φωτογραφίας τον Ρόμπι Μούλερ, παρουσιάζει τις εσωτερικές ανθρώπινες σχέσεις μέσα στο περιβάλλον της σύγχρονης τεχνολογίας, θέμα που θα επαναληφθεί σχεδόν σε όλες τις ταινίες του.
Στην Κατάσταση των πραγμάτων (1982), με διευθυντή φωτογραφίας τον βετεράνο Ανρί Αλεκάν, παρουσιάζει τα γυρίσματα μιας ταινίας, τον κινηματογράφο μέσα από τον κινηματογράφο, και το χρησιμοποιεί σαν ευκαιρία και πάλι για να μιλήσει για την απομάκρυνση στις ανθρώπινες σχέσεις.
Σημαντικές ταινίες του είναι Ο Αμερικανός φίλος (1977), το Παρίσι Τέξας (1984), το Μέχρι το τέλος του κόσμου (1991) και σημαντικότερη Τα φτερά του έρωτα (1987). Σ’ αυτή την ταινία χρησιμοποιεί το διχασμένο ακόμη τότε Βερολίνο συμβολικά, για να μιλήσει, ως αυθεντικός απόγονος του Γκαίτε, για τον διχασμένο άνθρωπο. Όμως, για πρώτη φορά στον γερμανικό κινηματογράφο, βλέπουμε να προσφέρεται μια ακτίνα αισιοδοξίας. Ο Βέντερς βάζει έναν ουράνιο άγγελο να κατεβαίνει στη διχασμένη πόλη με τους σκυθρωπούς ανθρώπους. Τον κερδίζει ο έρωτας και τον οδηγεί στην απόφαση να πάρει ανθρώπινη μορφή για να παραμείνει κοντά στην αγαπημένη του. Η κατάφαση μέσα από τη χαρά της ζωής περνάει μέσα από το σενάριο, τη φωτογραφία με τη χρήση της σέπιας σε όλες τις σεκάνς του αγγέλου πριν την απόφασή του, και του έγχρωμου μετά τον εξανθρωπισμό του. Τα Φτερά του έρωτα μάς θυμίζουν ότι ο θεϊκότερος τρόπος ύπαρξης του ανθρώπου είναι μέσα από τον έρωτα, ο οποίος χρωματίζει με όλα τα χρώματα το μουντό και σκυθρωπό περιβάλλον μας. Αργότερα Τα φτερά του έρωτα επηρέασαν και ταινίες του Χόλιγουντ όπως την Πόλη των αγγέλων (1998).
Η σκηνή της «πτώσης» του αγγέλου στην ταινία Τα φτερά του έρωτα (1987), του Βιμ Βέντερς, που μας θυμίζει ότι ο έρωτας μπορεί να έλξει ακόμη και έναν άγγελο να ενσαρκωθεί στη γη. Η εξαιρετική λεπτομέρεια με τα παιδιά που βλέπουν κυριολεκτικά τον άγγελο όταν ακόμη είναι μη ενσαρκωμένος, αποτελεί μια μεταφυσική αλήθεια, ότι τα παιδιά όντας ακόμη πολύ κοντά στην αιθέριά τους μορφή, αντιλαμβάνονται το αόρατο το ίδιο απλά και άμεσα, όπως συμβαίνει με τον χειροπιαστό κόσμο.

Ο Βέρνερ Σρέτερ (1945-2010) με το Βασίλειο της Νάπολης (1978), το Παλέρμο (1979) και την Ημέρα ηλιθίων (1981) κάνει κινηματογράφο υπερ-νεορεαλιστικό.
Στην ταινία Eika Katappa (1969) πειραματίζεται δημιουργώντας ένα κολάζ σκηνών που καλύπτουν όλη τη γκάμα από την αγάπη, τον πόνο, μέχρι τον θάνατο. Η χρήση ασύγχρονου ήχου με κλασική και οπερατική μουσική, αλλά και ροκ εν ρολ συνθέτουν ένα προχωρημένο, για κείνη την εποχή, πειραματικό έργο.

Χέλμα Ζάντερς Μπραμς
Η Χέλμα Ζάντερς-Μπραμς (1940-2014) γυρίζει την Γερμανία χλωμή μητέρα (1980) και γίνεται παγκόσμια αποδεκτή σκηνοθέτις. Έμαθε κινηματογράφο κοντά στον Παζολίνι, όταν βρέθηκε για ένα διάστημα στην Ιταλία. Οι πρώτες της ταινίες παρουσιάζουν τα θέματα της ανεργίας, της μετανάστευσης και της πολιτικής κατάστασης στην τότε Δυτική Γερμανία. Ασχολήθηκε συστηματικά με τον φεμινισμό και το φοιτητικό κίνημα.
Στη Γερμανία χλωμή μητέρα (1980), η Μπραμς παρουσιάζει την συνθήκη των γυναικών στην προναζιστική και μεταναζιστική Γερμανία.

Οι δημιουργοί του νέου γερμανικού κινηματογράφου εξακολουθούν να σκηνοθετούν σημαντικές ταινίες κι έχουν επηρεάσει σύγχρονους σκηνοθέτες και έξω από τα σύνορα της Γερμανίας.

Ο συμπατριώτης τους Ντένις Γκάνσελ (γενν. 1973), με την εξαιρετική σύγχρονη αντιφασιστική ταινία Die welle (Το κύμα) (2008), αποτελεί άξιο συνεχιστή της παράδοσης των εμπνευσμένων δημιουργών της Γερμανίας που προσεγγίζουν την αλήθεια.
Πηγή: Ο νέος γερμανικός κινηματογράφος / film aesthetics 44 | vally's diary