Ο Sokurov γεννήθηκε στην Podorvikha, στην περιοχή Irkutsky , στη Σιβηρία, σε οικογένεια στρατιωτικού αξιωματικού. Αποφοίτησε από το τμήμα Ιστορίας του Πανεπιστημίου του Νίζνι Νόβγκοροντ το 1974 και μπήκε σε ένα από τα στούντιο του VGIK την επόμενη χρονιά. Εκεί έγινε φίλος με τον Ταρκόφσκι και επηρεάστηκε βαθιά από την ταινία του Καθρέφτης . Τα περισσότερα από τα πρώτα χαρακτηριστικά του Σοκούροφ απαγορεύτηκαν από τις σοβιετικές αρχές. Κατά την πρώιμη περίοδο του, παρήγαγε πολλά ντοκιμαντέρ, μεταξύ των οποίων οι Διάλογοι με τον Σολζενίτσιν και ένα ρεπορτάζ για το διαμέρισμα του Γκριγκόρι Κοζίντσεφ στην Αγία Πετρούπολη. Η ταινία του Mournful Unconcern ήταν υποψήφια για τη Χρυσή Άρκτοστο 37ο Διεθνές Φεστιβάλ Κινηματογράφου του Βερολίνου το 1987.
Το Mother and Son (1997) ήταν η πρώτη του διεθνώς αναγνωρισμένη μεγάλου μήκους ταινία. Συμμετείχε στο 20ο Διεθνές Φεστιβάλ Κινηματογράφου της Μόσχας όπου κέρδισε το Special Silver St. George. Αντικατοπτρίστηκε από το Father and Son (2003), το οποίο μπέρδεψε τους κριτικούς με τον σιωπηρό ομοερωτισμό του (αν και ο ίδιος ο Sokurov έχει επικρίνει τη συγκεκριμένη ερμηνεία). Η Σούζαν Σόνταγκ συμπεριέλαβε δύο χαρακτηριστικά του Σοκούροφ στις δέκα αγαπημένες της ταινίες της δεκαετίας του 1990, λέγοντας: «Δεν υπάρχει ενεργός σκηνοθέτης σήμερα του οποίου τις ταινίες θαυμάζω τόσο πολύ». Το 2006, έλαβε το Βραβείο Master of Cinema του Διεθνούς Φεστιβάλ Κινηματογράφου Mannheim-Heidelberg .
Ο Σοκούροφ συμμετέχει τακτικά στο Φεστιβάλ Καννών , με τέσσερις από τις ταινίες του να έχουν κάνει το ντεμπούτο του εκεί. Ωστόσο, μέχρι το 2011, ο Σοκούροφ δεν κέρδισε κορυφαία βραβεία σε μεγάλα διεθνή φεστιβάλ. Για μεγάλο χρονικό διάστημα, η πιο επιτυχημένη εμπορικά και κριτικά ταινία του ήταν το ημι-ντοκιμαντέρ Ρωσική Κιβωτός (2002), που φημιζόταν κυρίως για τις οπτικά υπνωτιστικές του εικόνες και το μοναδικό του πλάνο χωρίς επεξεργασία.
Ο Σοκούροφ έχει κινηματογραφήσει μια τετραλογία που εξερευνά τις καταστροφικές συνέπειες της εξουσίας. Οι τρεις πρώτες δόσεις ήταν αφιερωμένες σε εξέχοντες ηγεμόνες του 20ου αιώνα: Moloch (1999), για τον Χίτλερ , τον Ταύρο (2001), για τον Λένιν και τον Ήλιο (2005) για τον Χιροχίτο . Το 2011, ο Sokurov γύρισε το τελευταίο μέρος της σειράς, Faust , μια επανάληψη της τραγωδίας του Goethe . Η ταινία, που απεικονίζει ένστικτα και σχέδια του Φάουστ στον πόθο του για εξουσία, έκανε πρεμιέρα στις 8 Σεπτεμβρίου 2011 στο διαγωνιστικό πλαίσιο στο 68ο Διεθνές Φεστιβάλ Κινηματογράφου της Βενετίας . Η ταινία κέρδισε τοΧρυσός Λέων , το υψηλότερο βραβείο του Φεστιβάλ Βενετίας. Ο παραγωγός Andrey Sigle είπε για τον Faust : "Η ταινία δεν έχει ιδιαίτερη σχέση με τα σύγχρονα γεγονότα στον κόσμο - διαδραματίζεται στις αρχές του 19ου αιώνα - αλλά αντανακλά τις διαρκείς προσπάθειες του Sokurov να κατανοήσει τον άνθρωπο και τις εσωτερικές του δυνάμεις."
Ο στρατιωτικός κόσμος της πρώην ΕΣΣΔ είναι ένα από τα διαρκή ενδιαφέροντα του Σοκούροφ, λόγω των προσωπικών του διασυνδέσεων με το θέμα και επειδή ο στρατός σημάδεψε τη ζωή μεγάλου μέρους του πληθυσμού της ΕΣΣΔ. Τρία από τα έργα του, Spiritual Voices: From the Diaries of a War, Confession, From the Commander's Diary και Soldier's Dream περιστρέφονται γύρω από τη στρατιωτική ζωή. Το Confession έχει προβληθεί σε πολλά φεστιβάλ ανεξάρτητου κινηματογράφου, ενώ τα άλλα δύο είναι σχεδόν άγνωστα.
Το 1994 ο Σοκούροφ συνόδευσε τα ρωσικά στρατεύματα σε μια θέση στα σύνορα Τατζικιστάν-Αφγανιστάν. Το αποτέλεσμα ήταν το Spiritual Voices: From the Diaries of a War, ένας κινηματογραφικός διαλογισμός 327 λεπτών για τον πόλεμο και το πνεύμα του ρωσικού στρατού. Φωτογραφία τοπίουπαρουσιάζεται στην ταινία, αλλά η μουσική (συμπεριλαμβανομένων των έργων των Μότσαρτ, Μεσιάν και Μπετόβεν) και ο ήχος είναι επίσης ιδιαίτερα σημαντικά. Η ορολογία των στρατιωτών και ο συνδυασμός ήχων ζώων, αναστεναγμών και άλλων ήχων τοποθεσίας στην ομίχλη και άλλα οπτικά εφέ δίνουν στην ταινία μια φαντασμαγορική αίσθηση. Η ταινία συγκεντρώνει όλα τα στοιχεία που χαρακτηρίζουν τις ταινίες του Σοκούροφ: μακριές λήψεις, περίτεχνες μεθόδους κινηματογράφησης και επεξεργασίας εικόνας, μείγμα ντοκιμαντέρ και μυθοπλασίας, τη σημασία του τοπίου και την αίσθηση ενός κινηματογραφιστή που φέρνει την υπέρβαση στις καθημερινές χειρονομίες.
Στο ταξίδι από τη Ρωσία στο συνοριακό φυλάκιο, στην ταινία, ο φόβος δεν φεύγει ποτέ από τα πρόσωπα των νεαρών στρατιωτών. Ο Σοκούροφ αιχμαλωτίζει τον σωματικό τους μόχθο και την ψυχική τους ερήμωση, καθώς και καθημερινές τελετουργίες όπως γεύματα, κοινή χρήση καπνού, σύνταξη επιστολών και καθήκοντα καθαρισμού. Δεν υπάρχει αρχή ή τέλος στους διαλόγους. Ο Σοκούροφ αναιρεί τη συμβατική αφηγηματική δομή. Το τελευταίο μέρος της ταινίας γιορτάζει την άφιξη της Πρωτοχρονιάς, το 1995, αλλά η ευτυχία είναι φευγαλέα. Την επόμενη μέρα, όλα μένουν ίδια: η ατελείωτη αναμονή σε ένα συνοριακό φυλάκιο, ο φόβος και η ερήμωση.
Στο Confession: From the Commander's Diary , ο Sokurov κινηματογραφεί αξιωματικούς από το ρωσικό ναυτικό, δείχνοντας τη μονοτονία και την έλλειψη ελευθερίας της καθημερινότητάς τους. Ο διάλογος μας επιτρέπει να παρακολουθούμε τις σκέψεις ενός Κυβερνήτη. Ο Σοκούροφ και το πλήρωμά του επιβιβάστηκαν σε ένα περιπολικό πλοίο με κατεύθυνση την Kuvshinka, μια ναυτική βάση στην περιοχή του Μούρμανσκ , στη Θάλασσα του Μπάρεντς . Περιορισμένη στον περιορισμένο χώρο ενός πλοίου αγκυροβολημένου στα ύδατα της Αρκτικής, η ομάδα κινηματογράφησε τους ναυτικούς καθώς έκαναν τις καθημερινές τους δραστηριότητες.
Το όνειρο του στρατιώτη είναι μια άλλη ταινία του Σοκούροφ που πραγματεύεται στρατιωτικά θέματα. Δεν περιέχει διάλογο. Αυτή η ταινία βγήκε στην πραγματικότητα από το υλικό που επιμελήθηκε μια από τις σκηνές στο τρίτο μέρος του Spiritual Voices . Το Soldier's Dream προβλήθηκε στο Φεστιβάλ Κινηματογράφου του Ομπερχάουζεν στη Γερμανία το 1995 –όταν το Spiritual Voices βρισκόταν ακόμη στο στάδιο του μοντάζ– ως φόρος τιμής του Sokurov στον κριτικό τέχνης και ιστορικό Hans Schlegel, σε αναγνώριση της συνεισφοράς του στην υποστήριξη των ανατολικοευρωπαίων κινηματογραφιστών.
Υποφέρει από σοβαρά προβλήματα όρασης.
Κατά τη διάρκεια μιας συνεδρίασης του Συμβουλίου Πολιτισμού και Τεχνών τον Δεκέμβριο του 2016, ο Σοκούροφ έκανε έκκληση στον Πρόεδρο Βλαντιμίρ Πούτιν να επανεξετάσει την ετυμηγορία κατά του σκηνοθέτη Όλεγκ Σέντσοφ (την οποία ο Πούτιν αρνήθηκε).
Πηγή: Alexander Sokurov - Wikipedia
του Γιώργου Ρούσσου
Ο Αλεξάντερ Σοκούροφ γεννήθηκε στις 14 Ιουνίου του 1951. Ο Ρώσος σκηνοθέτης, μαθητής και προσωπικός φίλος του Αντρέι Ταρκόφσκι, έχει γράψει τη δική του μοναδική ιστορία στον χώρο της Έβδομης Τέχνης. Ο Ίνγκμαρ Μπέργκμαν, με αφορμή την ταινία του Σοκούροφ, «Μολώχ» (Moloch - 1999), είχε δηλώσει χαρακτηριστικά: «Ο Σοκούροφ σπάει τους κανόνες σε κάθε επίπεδο, οι δημιουργίες του είναι απρόσμενα γοητευτικές...». Με αφορμή τα γενέθλιά του, ταξιδεύουμε στο μοναδικό κινηματογραφικό του σύμπαν.
«Κάνω ταινίες για ανθρώπους που ξεχωρίζουν από τους υπόλοιπους. Δείχνουν να κατέχουν την υπέρτατη εξουσία. Όμως, η ανθρώπινη αδυναμία και τα πάθη, τους επηρεάζουν περισσότερο από την θέση τους και τις περιστάσεις. Οι ανθρώπινες ποιότητες κι ο χαρακτήρας είναι πιο δυνατά από οποιαδήποτε ιστορική συγκυρία...» - Αλεξάντερ Σοκουρόφ (Alexander Sokurov)
Ο Αλεξάντερ Νικολάγιεβιτς Σοκουρόφ γεννήθηκε στις 14 Ιουνίου του 1951 στο χωριό Ποντορβίκα. Με συστατική επιστολή του Ταρκόφσκι, ο Σοκουρόφ προσλαμβάνεται στα στούντιο της Lenfilm, το 1980, εκεί θα γυρίσει τις πρώτες του ταινίες μυθοπλασίας.
Στα στούντιο του τότε Λένινγκραντ (σημερινής Αγίας Πετρούπολης) δουλεύει τα πρώτα του ντοκιμαντέρ. Στα τέλη της δεκαετίας του '80 οι ταινίες του προβάλλονται πια δημοσίως και εκπροσωπούν την Κοινοπολιτεία (πλέον Ρωσία) σε πολυάριθμα διεθνή φεστιβάλ και εκδηλώσεις.
Η επόμενη δεκαετία τον βρίσκει να γυρνά ταυτόχρονα, ταινίες μυθοπλασίας και ντοκιμαντέρ. Στα μέσα της δεκαετίας του '90 εξοικειώνεται με τις νέες τεχνολογίες. Αρχίζει την παραγωγή μιας σειράς ντοκιμαντέρ, με αρκετά από αυτά να βασίζονται σε Ιαπωνικά κεφάλαια, χάρη στη συμμετοχή των εκεί παραγωγών που θαυμάζουν το έργο του.
Μόνιμος θαμώνας των κορυφαίων Φεστιβάλ, με συχνότατες βραβεύσεις και μέλος της Ευρωπαϊκής Ακαδημίας Κινηματογράφου, ο Σοκουρόφ, επιτυγχάνει με την "Ρώσικη Κιβωτό", μία αξιοζήλευτη εισπρακτική πορεία σε Ηνωμένες Πολιτείες και Ευρώπη.
Σημαντικές επίσης ταινίες του είναι οι εξής: «Μητέρα και Γιος», «Πατέρας και Γιος» αλλά φυσικά και η τετραλογία της εξουσίας, που γύρισε από το 1999 έως και το 2011, μέσα από την οποία ο δημιουργός εξετάζει ιστορικές και λογοτεχνικές φυσιογνωμίες.
Πηγή: Αλεξάντερ Σοκούροφ: Βαδίζοντας στα ίχνη του Αντρέι Ταρκόφσκι (tvxs.gr)
του Μπάμπη Δερμιτζάκη
Τον Αλεξάντρ Σοκούροφ τον είδαμε πακέτο στις ταινίες μυθοπλασίας του, αλλά είδαμε και τρία ντοκιμαντέρ του: την «Francofonia», την «Ελεγεία ενός ταξιδιού» και τη «Σονάτα για βιόλα» πάνω στη ζωή του Ντμίτρι Σοστακόβιτς. Κλείνοντας με τον Ταρκόφσκι είδαμε και την «Μοσχοβίτικη ελεγεία».
Το ντοκιμαντέρ ξεκινάει με το όνειρο του πυρηνικού ολοκαυτώματος του Αλεξάντερ από τη «Θυσία». Στη συνέχεια ο αφηγητής μας μιλάει για τις γενεαλογικές του ρίζες, βλέπουμε τη φωτογραφία της μητέρας του και του ίδιου με την αδελφή του, μικρά παιδιά, καθώς και την περιοχή όπου γεννήθηκε. Στη συνέχεια έχουμε κάποια πλάνα από τον αυτοβιογραφικό «Καθρέφτη». Έπειτα έχουμε εκτενή αποσπάσματα από το ντοκιμαντέρ «Ταξίδι στο χρόνο» το οποίο υπογράφει μαζί με τον Tonino Guerra. Αρχίζει με το μονόλεπτο πλάνο που βρίσκεται στην αρχή του ντοκιμαντέρ. Για μισό λεπτό η κάμερα μας δείχνει την μπαλκονόπορτα με τα παντζούρια κατεβασμένα. Σηκώνονται τα παντζούρια, όμως ο Ταρκόφσκι κάνει άλλο ένα μισό λεπτό για να εμφανιστεί. Και το περίεργο: ενώ το πλάνο αυτό είναι έγχρωμο, ο Σοκούροφ το κάνει ασπρόμαυρο. Το ίδιο ασπρόμαυρα είναι και τα υπόλοιπα αποσπάσματα από το ντοκιμαντέρ αυτό.
Μια άλλη πρωτοτυπία: ο αφηγητής επαναλαμβάνει τους διαλόγους, παρόλο που ο Ταρκόφσκι μιλάει ρώσικα. Σε κάποιο πλάνο θα έλεγα ότι είναι εντελώς απαραίτητο, γιατί ο Ταρκόφσκι βρίσκεται στο βάθος ακουμπισμένος σε ένα τοίχο, και η φωνή του όχι μόνο ακούγεται αμυδρά αλλά και σκεπάζεται από τους εξωτερικούς θορύβους.
Η μουσική υπόκρουση είναι έντονη, με θρησκευτική (υποθέτω) χορωδιακή μουσική.
Ακόμη:
Σε ένα σημείο μας τον παρουσιάζει να μιλάει αλλά χωρίς να ακούγεται η φωνή του, ώστε η προσοχή μας να εστιάσει στην εκφραστικότητα του προσώπου του και των κινήσεων του σώματός του. Ο αφηγητής μας προειδοποιεί μάλιστα.
Δεν μας παρουσιάζει όμως μόνο τον Ταρκόφσκι. Βλέπουμε και εκτενή αποσπάσματα από την κηδεία του Μπρέζνιεφ που σηματοδοτεί το τέλος μιας εποχής. Το ντοκιμαντέρ γυρίστηκε με στόχο να προβληθεί στα πεντηκοστά γενέθλια του Ταρκόφσκι που ήταν το 1982, τη χρονιά του θανάτου του Μπρέζνιεφ, όμως κάποιες κόντρες με τις σοβιετικές αρχές πάνω στο στυλ και στο περιεχόμενο καθυστέρησαν την παραγωγή.
Εκτός από τον «Καθρέφτη» θα δούμε και αποσπάσματα από τη «Νοσταλγία» και τη «Θυσία». Αγαπημένο μονόπλανο εκείνο στο οποίο ο Αντρέι μεταφέρει το αναμμένο κερί από τη μια άκρη της πισίνας στην άλλη.
Η κάμερα έπειτα θα μας μεταφέρει στο φτωχικό πατρικό του Ταρκόφσκι, εκεί όπου έζησε πολλά χρόνια με τη μητέρα του και την αδελφή του.
Εκτενέστατα είναι τα αποσπάσματα από τα γυρίσματα της «Θυσίας», κυρίως της τελικής σκηνής της πυρκαγιάς.
Στο τέλος θα δούμε πλάνα από την κηδεία του, τον τάφο του στο Παρίσι, και έπειτα η κάμερα θα μας μεταφέρει στο εξοχικό του. Έρημο, παγωμένο, παρόλο που άναψαν το τζάκι δεν μπορεί να θερμανθεί.
Να το σημειώσω και αυτό: την έντονη μουσικότητα της ρώσικης γλώσσας που παρατήρησα στο στόμα του Ταρκόφσκι.
Πρέπει οπωσδήποτε να δω και τα υπόλοιπα ντοκιμαντέρ του Σοκούροφ.
Φιλμογραφία
Σκηνοθεσία
Συγγραφέας-Σεναριογράφος
Ηθοποιός
|
Πηγή: Aleksandr Sokurov - IMDb