Ο Barr γεννήθηκε από μια γαλλική μητέρα και έναν Αμερικανό πατέρα που εργάζεται στις ένοπλες δυνάμεις των ΗΠΑ . Μιλάει άπταιστα τα γαλλικά και τα αγγλικά. Ο Μπαρ γεννήθηκε στη Δυτική Γερμανία όπου ο πατέρας του εργαζόταν εκεί και έζησε μια περιπλανώμενη παιδική ηλικία. Η οικογένειά του μετακόμισε στη Γαλλία το 1968, στη συνέχεια στην Καλιφόρνια το 1974.
Οι γονείς του Barr ήθελαν να ενταχθεί στις ένοπλες δυνάμεις, αλλά δεν ήθελε να ακολουθήσει τα βήματα του πατέρα του. Σπούδασε φιλοσοφία στο Πανεπιστήμιο της Καλιφόρνια, στο Λος Άντζελες , στο Ωδείο του Παρισιού και στη Σορβόννη . Μετακόμισε στο Λονδίνο για να συνεχίσει την εκπαίδευση στο δράμα στο Guildhall School of Music and Drama .
Ο Μπαρ άρχισε να εργάζεται στο θέατρο στη Γαλλία το 1986. Αφού βρήκε δουλειά στην τηλεόραση (συμπεριλαμβανομένου ενός μικρού ρόλου στο Hotel du Lac (1986), την έκδοση του BBC για το βραβευμένο μυθιστόρημα της Booker από την Anita Brookner ) και την ταινία, (ιδίως την Hope και Glory (1987) από τον John Boorman ), πρωταγωνίστησε στο εξαιρετικά επιτυχημένο The Big Blue (1988). Ο Luc Besson του έδωσε τον ρόλο του Γάλλου δύτη Jacques Mayol , μαζί με τη Rosanna Arquette και τον Jean Reno . Το Big Blue ήταν η πιο επιτυχημένη από οικονομική άποψη ταινία στη Γαλλία τη δεκαετία του 1980.
Το 1991, ο Barr πρωταγωνίστησε στη Δανία του σκηνοθέτη Lars von Trier ' Europa , σηματοδοτώντας την αρχή μιας μακράς φιλίας (είναι ο νονός των παιδιών του von Trier) καθώς και μια σημαντική επαγγελματική σχέση. Συνέχισε να εμφανίζεται στους von Trier's Breaking the Waves (1996), Dancer in the Dark (2000), Dogville (2004), Manderlay (2005), The Boss of It All (2006) και Nymph () maniac (2013). Το 2005 πρωταγωνίστησε στη γαλλική ταινία Crustacés et Coquillages . Το 1999 πρωταγωνίστησε στο γαλλικό κινηματογραφικό σώμα / κινηματογράφο της ταινίας σωματικής δραματικής,Μην με αφήσετε να πεθάνω την Κυριακή (Γαλλικά: J'aimerais pas crever un dimanche), σε σκηνοθεσία Didier Le Pêcheur .
Η συνεργασία του Barr με τον von Trier τον έβαλε στο δρόμο για να αρχίσει να διευθύνει τη δική του δουλειά. Έκανε το ντεμπούτο του το 1999 ως σκηνοθέτης, σεναριογράφος και παραγωγός με την οικεία ερωτική ιστορία Lovers . Η ταινία έγινε το πρώτο μέρος μιας τριλογίας. Οι ταινίες που ακολούθησαν ήταν το δράμα Too Much Flesh (2000) και η κωμωδία Being Light (2001), την οποία σκηνοθέτησε με τον Pascal Arnold . Barr και Pascal επίσης από την ταινία του 2006 Chacun sa nuit (Eng: το ένα στο άλλο), όπου ανακαλύφθηκε για πρώτη φορά Lizzie Brocher , Arthur Dupont και Karl E. Landler . Ακολούθησε μια άλλη συνεργασία το 2012, Sexual Chronicles of a French Family .
Το 1997 ο Barr εμφανίστηκε στο The Scarlet Tunic , σε παραγωγή της Zigi Kamasa. Εμφανίστηκε ως Hugo στο The Red Siren το 2002 και έπαιξε τον δικηγόρο διαζυγίου Maître Bertram στην ταινία Le Merchant Ivory του 2003, το Divorce . Εμφανίστηκε ως ο τίτλος χαρακτήρας στο βίντεο για το σινγκλ του Blur του 1996, " Charmless Man ".
Το 2010 πρωταγωνίστησε στην Kim Nguyen «s ταινία City of Shadows (La Cité) .
Ο Barr έπαιξε τον συγγραφέα Jack Kerouac στην κινηματογραφική προσαρμογή του 2013 του αυτοβιογραφικού μυθιστορήματος Beat Generation Big Sur .
Σκηνοθέτης
Ηθοποιός
| ||||
Σεναριογράφος 2001Being Light |
Οι Cinepivates τον συνάντησαν στο 58ο Φεστιβάλ Κινηματογράφου Θεσσαλονίκης και τον ρώτησαν για την Αμερική του Τραμπ, τη σύγχρονη Ευρώπη και τη γνώμη του για την Ελλάδα…
Στο Dolphin Man γίνεται ένας ενδιαφέρον διάλογος ανάμεσα σε εσάς ως ηθοποιό που έχει ερμηνεύσει έναν χαρακτήρα εμπνευσμένο από τον Ζακ Μαγιόλ -και έναν χαρακτήρα που σε κάποια στιγμή έγινε πιο δημοφιλής από τον Ζακ Μαγιόλ-, στον ρόλο σας ως αφηγητή του ντοκιμαντέρ και στον πραγματικό Ζακ Μαγιόλ. Ποιες ήταν οι απόψεις σας πάνω σε αυτό;
Το Απέραντο Γαλάζιο μού έδωσε τη δυνατότητα να επιλέξω την καριέρα μου. Έγινα σταρ εν μία νυκτί με ένα παραμύθι όπου μιλούσα παρά ελάχιστα και έπρεπε ως ηθοποιός να αποδείξω τον εαυτό μου λίγο περισσότερο. Γνώρισα και έκανα παρέα με τον Ζακ Μαγιόλ μετά την ταινία. Μέσα από τις συζητήσεις μας κατάλαβα ότι η επιτυχία της ταινίας τον κατέβαλε και εξαφάνισε εντελώς το ποιος ήταν ο πραγματικός Ζακ Μαγιόλ. Υπήρχε μια αίσθηση μεταμέλειας. Όταν αυτοκτόνησε ήταν μεγάλος σε ηλικία και το σώμα του δεν μπορούσε να δουλέψει όπως πριν, όμως εγώ συνειδητοποίησα ότι ήμουν υπεύθυνος για το γεγονός ότι του είχα «κλέψει» την ταυτότητά του. Λίγο μετά τον θάνατό του έλαβα ένα τηλεφώνημα από έναν φίλο σκηνοθέτη στη Χιλή, ο οποίος μού είπε: «Ευτυχώς είσαι ζωντανός». Όταν τον ρώτησα τι εννοεί, μου απάντησε ότι σε κάποια εφημερίδα στη Χιλή είχαν βάλει τίτλο «Ο Ζακ Μαγιόλ πέθανε» και δίπλα είχαν μια δική μου φωτογραφία από το Απέραντο Γαλάζιο. Το να πάρεις την ταυτότητα κάποιου άλλου -κυρίως στον θάνατό του- είναι κάτι φρικτό. Όταν ο Λευτέρης (Χαρίτος) ήρθε και μου ζήτησε να κάνω την ταινία, δεν ήξερα ότι θα ήμουν αφηγητής. Επρόκειτο να δώσω απλά μια συνέντευξη. Ήθελα, όμως, να δώσω αυτή την αίσθηση: ότι η ταινία είχε μετατρέψει σε κάτι παιδικό όλα τα κατορθώματά του και τα είχε βάλει σε ένα πλαίσιο μη αληθινό. Φυσικά ο Λικ Μπεσόν είχε το ταλέντο να δείξει ότι προερχόμαστε από τη θάλασσα και ότι συνδεόμαστε με αυτήν με έναν τρόπο που δεν είχε γίνει πρωτύτερα. Όταν ο Λευτέρης μού ζήτησε να κάνω την αφήγηση, αυτό μου έδωσε την ευκαιρία να εκφράσω πνευματικά όλα όσα μού χάρισε ο Ζακ (Μαγιόλ) και να επικοινωνήσω και να βάλω στο προσκήνιο τον πραγματικό άνθρωπο σε όλη την πολυπλοκότητά του. Ήταν στην πραγματικότητα ένας υπερήρωας, ένας άνθρωπος που ενέπνευσε την ανθρωπότητα. Ότι το μήνυμα που υπήρχε πριν από τόσες δεκαετίες στο Απέραντο Γαλάζιο εξακολουθεί και είναι πολύ σημαντικό. Και να τιμήσω τον πραγματικό άνθρωπο και αυτό ήταν για μένα κάτι υπέροχο.
Συμμετέχετε και στη νέα ταινία του Σεμίχ Καπλάνογλου και η καριέρα σας θα μπορούσε να χαρακτηριστεί πραγματικά διεθνής.
Είμαι πρώτα από όλα Ευρωπαίος. Γυρίσαμε το Απέραντο Γαλάζιο στα αγγλικά. Όταν πρωτοβγήκε η ταινία μού προσέφεραν χαρακτήρες σε γαλλικές ταινίες, αλλά δεν μεγάλωσα στη Γαλλία και δεν ήξερα πώς να υπερασπιστώ αυτούς τους χαρακτήρες. Ο Λαρς (φον Τρίερ) μού προσέφερε τον ρόλο στο Europa και εκεί ερμήνευα έναν χαρακτήρα μισό Αμερικάνο, μισό Γερμανό. Αυτό ήταν κάτι με το οποίο μπορούσα να ταυτιστώ. Ταυτόχρονα με έκανε να συνειδητοποιήσω ότι ήμουν σε πλεονεκτική θέση: αντί να είμαι στο Χόλιγουντ και να συμμετέχω σε αυτή την κουλτούρα, θα μπορούσα να ανακαλύψω τι έχει να προσφέρει η ευρωπαϊκή κουλτούρα. Όταν δουλεύεις με τον Λαρς, δουλεύεις ταυτόχρονα με έναν Δανό, έναν Γερμανό, έναν Γάλλο, έναν Ισλανδό. Ήταν κάτι που δεν είχα ξαναδεί. Μπορούσαμε να αφήσουμε πίσω τις εντοπιότητές μας. Μετά τον Β Παγκόσμιο Πόλεμο και παρά τις διαφορές, αναπτύχθηκε στην Ευρώπη μια «κοινή γλώσσα». Και σε αυτή υπήρχε μια δύναμη. Ο Λαρς μετά το Δαμάζοντας τα Κύματα, μπόρεσε να πάρει έναν καθρέφτη και να τον βάλει μπροστά στο Χόλιγουντ για να του δείξει την κενότητά του, να του δείξει ποια θα έπρεπε να είναι η φιλοδοξία του: όχι μόνο τα χρήματα, αλλά η εξερεύνηση της ανθρώπινης κατάστασης. Κάθε φορά που έπαιζα κάποιο ρόλο σε ταινία του Λαρς αισθανόμουν ότι το κοινό συμμετείχε, ότι το προκαλούσαμε, ότι του επιτρέπαμε να σκεφτεί. Στην Αμερική αυτό ήταν δυνατό τη δεκαετία του 1960 και του 1970, όταν μεγάλωνα. Υπήρχαν ταινίες όπως το Easy Rider ή ο Ταξιτζής, ήταν υπέροχη στιγμή για το σινεμά. Αυτό άλλαξε με το Star Wars. Ήμουν τυχερός που ήρθα στην Ευρώπη και ήμασταν τυχεροί που μπορούσαμε να συνεχίσουμε να κρατάμε αυτή τη δάδα και να συνεχίσουμε μέσω του σινεμά να τιμάμε την ανθρώπινη υπόσταση, την ομορφιά και την τραγωδία της ζωής.
Τι έχετε να πείτε για την Αμερική του Τραμπ;
Έφυγα από την Αμερική όταν εξελέγη ο Ρόναλντ Ρίγκαν. Δεν άντεξα, σκεφτόμουν «πώς αυτός ο ηλίθιος ηθοποιός θα γίνει πρόεδρος;». Σήμερα η κατάσταση με τον Τραμπ είναι χειρότερη. Είμαστε εγκλωβισμένοι σε μία κόλαση επιχειρηματικής κυριαρχίας του έθνους μας. Δεν υπάρχει διέξοδος. Τρία εκατομμύρια άνθρωποι έχουν όπλα και αισθάνομαι ότι ανά πάσα στιγμή θα μπορούσε να ξεσπάσει εμφύλιος πόλεμος. Τα ΜΜΕ όπως έκαναν στο Βιετνάμ και σε όλους τους άλλους πολέμους λειτουργούν με βάση την αρχή του διαίρει και βασίλευε. Το θεωρώ σκανδαλώδες. Δεν ξέρω τι θα συμβεί. Ίσως οι ΗΠΑ θα έπρεπε να εξαφανιστούν όπως η Σοβιετική Ένωση. Εγώ ως Αμερικάνος πρέπει να σκεφτώ από πού προήλθε αυτή η κυριαρχία, η οποία θα πρέπει να αμφισβητείται με κάθε δυνατό τρόπο. Ίσως ο Τραμπ να είναι ο ηλίθιος που χρειαζόμαστε, προκειμένου να εξαφανιστεί η «αυτοκρατορία». Ίσως αυτό δώσει τη δυνατότητα στην Ευρώπη να ανθίσει από μόνη της. Θα είναι δύσκολο βέβαια, αλλά μπορούμε πάντα να ελπίζουμε (γέλια).
Τι πιστεύετε για την σημερινή Ευρώπη;
H Ευρώπη είναι αμερικανικό δημιούργημα. Όπως στις ΗΠΑ τα πάντα αποφασίζονται από το ΔΝΤ, έτσι και στην Ευρώπη οι αποφάσεις λαμβάνονται από την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα. Αν δεν υπάρξει δημοκρατικός τρόπος αλλαγής στην Ευρώπη, τότε η Ευρώπη θα αποτύχει. Ο Γιάνης Βαρουφάκης έθεσε κάποιες σωστές ερωτήσεις. Η Γερμανία κυριαρχεί στην Ευρώπη και θα έπρεπε γιατί έχει μια ισχυρή βιομηχανία. Το να ορίζεις, όμως, την Ευρώπη με οικονομικούς όρους, είναι μια περιορισμένη οπτική. Ελπίζω να μπορεί να υπάρξει δημοκρατικός τρόπος να αλλάξει η Ευρώπη, αλλά είμαι πολύ απαισιόδοξος. Την Ευρώπη την διοικούν οι επιχειρήσεις -όπως και την Αμερική. Υπάρχουν τόσοι πολλοί άνθρωποι που έχουν αγνοηθεί από την παγκοσμιοποίηση και η οργή τους και το μίσος του είναι λογικά. Αυτό έφερε τον Τραμπ στην εξουσία. Ο νεοφιλελευθερισμός αποδείχθηκε αποτυχημένος και πρέπει να βρεθεί ένας άλλος δρόμος. Δεν ξέρω ποιος θα είναι αυτός. Εγώ προσωπικά προσπαθώ να προσφέρω μέσω του σινεμά. Ο Σπόρος είναι μια ταινία που αφορά την αφύπνιση του πνεύματος που μας συνδέει ως ανθρώπινα όντα.
Ήρθατε στην Ελλάδα 30 χρόνια μετά το Απέραντο Γαλάζιο. Πώς ήταν η επιστροφή σας εδώ;
Είχα παντρευτεί το 1980 μια γυναίκα από τη Γιουγκοσλαβία. Είχα την ευκαιρία να κοιτάξω την Ανατολή με διαφορετικά μάτια. Είχα την ευκαιρία να ανακαλύψω την Ελλάδα και την Αμοργό και να μείνω εδώ για έναν δύο μήνες. Ήταν υπέροχο. Αυτό που ανακάλυψα από την επαφή μου με την ανατολική Ευρώπη είναι ότι υπάρχει μια αθωότητα εδώ, η οποία δεν έχει καταστραφεί. Και αυτή η αθωότητα έχει χαθεί στη Δύση. Για αυτό το λόγο υπάρχει εδώ ένα ενδιαφέρον σινεμά, στη Ρουμανία, την Ελλάδα, την Τουρκία. Αυτή η απλή ανθρωπιά και η ευτυχία είναι θησαυρός.
Πείτε μας το πρώτο πράγμα που έρχεται στο μυαλό σας όταν ακούτε τις λέξεις…
Ελλάδα: «Ήλιος»
Θάλασσα: «Ασημαντότητα». Η θάλασσα με έφερε σε επαφή με τη δική μου ασημαντότητα. Όταν το καταλαβαίνεις αυτό επιστρέφοντας στην επιφάνεια, σού δίνεται πραγματικά η δυνατότητα να είσαι ανθρώπινος.
Γυναίκες: Ο τρόπος που σκεφτόμουν παλιότερα, το με πόσες γυναίκες είχα καταφέρει να κάνω σεξ ήταν ένας τρόπος για να τροφοδοτώ τον εγωισμό μου. Αυτή η συνειδητοποίηση είναι ένα μεγάλο βήμα για έναν άνδρα. Η πρώτη λέξη που μου έρχεται πλέον στο μυαλό ακούγοντας τη λέξη γυναίκες είναι «μωρό».
Πολιτικοί: «Κακοί Ηθοποιοί»
Συνεχίζετε τις καταδύσεις;
Ναι, τις συνεχίζω. Γύρω στα 10 – 15 μέτρα, όχι παραπάνω. Αν και καπνίζω. Οι ηθοποιοί είναι ηδονιστές. Η σύντροφός μου είναι χορτοφάγος, αλλά όταν δεν είμαστε μαζί πηγαίνω και τρώω ένα μεγάλο μπέργκερ.
Πόσο κρατάτε την αναπνοή σας;
Όχι πολύ. 45 δευτερόλεπτα, ένα λεπτό… Όταν έκανα την ταινία την κρατούσα για 2 – 3 λεπτά… Κάπνιζα χόρτο. Τώρα έχω γυναίκα και παιδί και το κάνω λιγότερο. Όταν ήμουν όμως στην Αμερική, σηκωνόμουν το πρωί και έκανα ένα τσιγάρο και πήγαινα για σκέιτμπορντ. Το πρόβλημά μου είναι ότι δεν έχω μεγαλώσει.
Τι άλλο θεωρείτε πολύτιμο στη ζωή;
Την ελευθερία του να ταξιδεύω. Πριν γνωρίσω την τωρινή συντροφό μου και κάνουμε παιδί, ζούσα σε μια βαλίτσα. Δεν είχα σπίτι, δεν είχα αυτοκίνητο, περίμενα πάντα την επόμενη δουλειά και αν δεν είχα δουλειά, δεν ανησυχούσα πολύ. Δεν είχα σπίτι ή αυτοκίνητο να πληρώνω. Για μένα είναι πολύτιμη η ελευθερία του να μην αναγκάζεσαι να κάνεις κάτι. Ξέρω, όμως, ότι είμαι προνομιούχος: προέρχομαι από μια μεσοαστική οικογένεια, είμαι Αμερικανός πολίτης, είμαι μισός Γάλλος, συμμετείχα σε δύο από τις μεγάλες «αυτοκρατορίες» των τελευταίων 100 ετών. Η φιλοδοξία μου είναι να είμαι πάντα περίεργος. Και να έχω το κουράγιο να εξερευνώ αυτή την περιέργειά μου.
Συνέντευξη: Αγγελική Στελλάκη
Πηγή: Ζαν – Μαρκ Μπαρ: Το πρόβλημα είναι ότι δεν έχω μεγαλώσει… (cinepivates.gr)
Jean-Marc Barr, Rosanna Arquette and Luc Besson at the set of Le Grand Bleu (1988)
JEAN RENO & JEAN-MARC BARR - CANNES 1988