Ο Βόλφγκανγκ Πέτερσεν (Wolfgang Petersen, γενν. 14 Μαρτίου 1941) είναι Γερμανός σκηνοθέτης του κινηματογράφου και σεναριογράφος. Στο ενεργητικό του έχει δύο υποψηφιότητες για Βραβεία «Όσκαρ», αμφότερες για τη γερμανική πολεμική ταινία Das Boot (1981). Σκηνοθέτησε επίσης, μεταξύ άλλων, τις αμερικανικές ταινίες Το ξέσπασμα (1995), Air Force One (1997), Καταιγίδα (2000) και Τροία (2004).
Ο Πέτερσεν γεννήθηκε στο Έμντεν της Γερμανίας και ήταν γιος αξιωματικού του Πολεμικού Ναυτικού. Από το 1953 μέχρι το 1960 ήταν μαθητής του Gelehrtenschule des Johanneums, του παλαιότερου γυμνασίου του Αμβούργου. Από τις αρχές της δεκαετίας του 1960 σκηνοθετούσε θεατρικά έργα στο θέατρο «Ερνστ Ντόιτς» του Αμβούργου. Σπούδασε πρώτα θέατρο στο Βερολίνο και στο Αμβούργο, ενώ μετά φοίτησε στην Ακαδημία Κινηματογράφου και Τηλεοράσεως στο Βερολίνο (1966-1970). Οι πρώτες του κινηματογραφικές παραγωγές ήταν για λογαριασμό της γερμανικής τηλεοράσεως. Στα γυρίσματα της δημοφιλούς τηλεοπτικής σειράς Tatort («Ο τόπος του εγκλήματος») γνώρισε και συνεργάστηκε με τον συνομήλικό του ηθοποιό Γιούργκεν Πρόχνοβ, που θα εμφανιζόταν στις σημαντικότερες από τις πρώτες ταινίες του.
Ο Βόλφγκανγκ Πέτερσεν γύρισε την πρώτη του ταινία μεγάλου μήκους το 1974: το ψυχολογικό θρίλερ Einer von uns beiden, βασισμένο στο ομώνυμο μυθιστόρημα του Χορστ Μποζέτσκυ. Ακολούθησε, μεταξύ άλλων, η ασπρόμαυρη ταινία Die Konsequenz (1977), γυρισμένη σε φιλμ 16 χιλιοστών και βασισμένη επίσης σε μυθιστόρημα.
Ωστόσο, η ταινία που τον ανέδειξε ήταν η πολεμική ταινία με επικά στοιχεία Das Boot (1981), που προβλήθηκε στους ελληνικούς κινηματογράφους από τον Απρίλιο του 1982 με τον τίτλο Υποβρύχιο U-96: Επιστροφή στην Κόλαση. Η ταινία παρακολουθεί τις εμπειρίες του πληρώματος ενός γερμανικού υποβρυχίου κατά τη «Μάχη του Ατλαντικού» στον Β΄ Παγκόσμιος Πόλεμο. Αν και δεν υπήρξε αμέσως μια εμπορικά επιτυχημένη ταινία, πήρε πολύ καλές κριτικές και 6 υποψηφιότητες για «Όσκαρ», τις δύο για τον ίδιο τον Πέτερσεν (σκηνοθεσίας και προσαρμοσμένου σεναρίου). Επιπλέον ήταν υποψήφιο για βραβεία BAFTA και DGA. Ο Γ. Πρόχνοβ πρωταγωνιστεί στον ρόλο του κυβερνήτη του υποβρυχίου, που αποτελεί ένα καλό παράδειγμα των ηρώων περιπέτειας του Πέτερσεν.
Μετά την Ιστορία δίχως τέλος (1984), η πρώτη απόπειρα του Πέτερσεν να σκηνοθετήσει «χολυγουντιανά» (μολονότι γυρίστηκε στο συγκρότημα των στούντιο της Bavaria Film, στη Γερμανία), το αλληγορικό Ο εχθρός μου (1985), δεν σημείωσε αξιόλογη επιτυχία. Ο σκηνοθέτης ξαναβρήκε τον δρόμο του μόλις το 1993, με το αστυνομικό θρίλερ Η δεύτερη ευκαιρία, στο οποίο πρωταγωνιστούσε ο Κλιντ Ίστγουντ στον ρόλο του προεδρικού φρουρού των μυστικών υπηρεσιών. Το έργο εξασφάλισε στον Πέτερσεν την εμπορική επιτυχία που χρειαζόταν ώστε να σκηνοθετήσει ένα ακόμα έργο αγωνίας, Το ξέσπασμα (1995), με πρωταγωνιστή τον Ντάστιν Χόφμαν. Το περισσότερο χαρακτηριστικό «μπλοκμπάστερ» Air Force One (1997) απέσπασε γενικώς καλά σχόλια και από τους κριτικούς. Για τις δύο τελευταίες ταινίες, ο Πέτερσεν συνεργάσθηκε με τον Γερμανό κινηματογραφιστή Μίκαελ Μπάλχαους, παλαιότερα διευθυντή φωτογραφίας σε ταινίες του Ράινερ Βέρνερ Φασμπίντερ και αργότερα του Μάρτιν Σκορσέζε.
Το 1998 ο Πέτερσεν ήταν ένας καθιερωμένος σκηνοθέτης του Χόλυγουντ, με την άνεση να επανεκδώσει το κλασικό του έργο Das Boot σε νέα director's cut και να δημιουργεί ταινίες με τους πιο διάσημους ηθοποιούς. Ως τέτοιος, έλαβε πρόταση να σκηνοθετήσει την πρώτη ταινία με τον Χάρι Πότερ, την Ο Χάρι Πότερ και η Φιλοσοφική Λίθος. Τελικώς απέρριψε την πρόταση[9] τον Μάρτιο του 2000.
Η επική υπερπαραγωγή των 160 εκατομμυρίων δολαρίων Poseidon, μια δεύτερη κινηματογραφική μεταφορά του μυθιστορήματος του Πωλ Γκάλικο, δεν είχε τα αναμενόμενα εμπορικά αποτελέσματα στις ΗΠΑ, παρότι έβγαλε τα έξοδά της με τις διεθνείς πωλήσεις.
Μετά από μια δεκαετή αποχή από γυρίσματα, ο Βόλφγκανγκ Πέτερσεν επέστρεψε το 2016 ως σκηνοθέτης της αστυνομικής κωμωδίας Vier gegen die Bank, που ήταν η πρώτη γερμανόφωνη ταινία του μετά το Das Boot.
Βόλφγκανγκ Πέτερσεν - Βικιπαίδεια (wikipedia.org)
Φιλμογραφία
Σκηνοθέτης
| ||||
Σεναριογράφος
| ||||
Ηθοποιός
| ||||
Παραγωγός
| ||||
Πηγή: Wolfgang Petersen - IMDb
από τον Αριστείδη Πετρόπουλο
Μία από τις καλύτερες πολεμικές περιπέτειες όλων των εποχών στον κινηματογράφο. Το Das Boot («The Boat» ήταν ο αγγλικός τίτλος του και «Υποβρύχιο U-96: Επιστροφή στην Κόλαση» ο ελληνικός τίτλος) έχει να κάνει με την αποστολή των γερμανικών υποβρυχίων, των U-BOATS, να τορπιλίζουν και να βυθίζουν εμπορικά και φορτηγά πλοία των συμμαχικών δυνάμεων στον Ατλαντικό ωκεανό, τα οποία μετέφεραν διαφόρων ειδών προμήθειες από τις Η.Π.Α. στην Αγγλία, κυρίως, και στη Σοβιετική Ένωση. Μιλάμε για άλλη μια ταινία με θέμα τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο, μόνο που αυτή τη φορά οι πρωταγωνιστές είναι τα μέλη του πληρώματος ενός γερμανικού υποβρυχίου. Βλέπουμε, δηλαδή, τον πόλεμο με τα μάτια των Γερμανών.
Η επονομαζόμενη «Μάχη του Ατλαντικού» ήταν μία από τις πιο καθοριστικές μάχες στον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο, καθώς, ειδικά η Αγγλία, ως νησί, είχε μεγάλη δίψα για πολεμικές και άλλες προμήθειες. Με τα λόγια του Τσώρτσιλ «Η μάχη του ατλαντικού ήταν ο κυρίαρχος παράγοντας ολόκληρου του πολέμου. Ούτε για μια στιγμή δεν μπορούσαμε να ξεχάσουμε πως οτιδήποτε συνέβαινε αλλού, στη ξηρά, στη θάλασσα ή στον αέρα είχε άμεση εξάρτηση από την έκβαση αυτής της μάχης». Τελικά, οι συμμαχικές δυνάμεις κέρδισαν αυτή τη μακροχρόνια στρατηγική μάχη, με τελικό απολογισμό τη βύθιση από τους Γερμανούς 3.500 εμπορικών και 175 πολεμικών πλοίων και την καταστροφή από τους συμμάχους 783 U-BOATS (γερμανικών υποβρυχίων). Η ταινία αυτή μας αφηγείται την αποστολή ενός U-BOAT.
Η αλήθεια είναι πως η ταινία κάνει έναν πολύ διακριτικό πολιτικό σχολιασμό, κυρίως παρουσιάζοντας μας τον πλοίαρχο και το πλήρωμα του ως αρκετά φιλελεύθερους και ευρισκόμενους μακριά από τις ναζιστικές ιδέες. Οι ναύτες και οι αξιωματικοί δεν παρουσιάζονται σαν ναζιστικά τέρατα, όπως συμβαίνει σε όλες τις ταινίες με θέμα τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο. Τους λείπουν οι οικογένειες τους, ανησυχούν για τη ζωή τους και είναι θύματα ενός αδυσώπητου ναζιστικού κράτους που τους υποχρεώνει να είναι στρατευμένοι.
Δυσανασχετούν με την προπαγάνδα του ναζιστικού κράτους και παραπονιούνται πως η μόνη μουσική που μπορούν να ακούσουν είναι τραγούδια εγκεκριμένα από το κράτος. Ο πλοίαρχος τονίζει με σαρκασμό για το γερμανικό υπουργείο προπαγάνδας πως ο Τσώρτσιλ είναι για μεθύστακας και παρανοϊκός (όπως τον παρουσιάζει το γερμανικό ραδιόφωνο), ιδιαίτερα αποτελεσματικός και πως οι Άγγλοι βελτιώνονται συνεχώς στις πολεμικές τους τακτικές. Πάντως, οι ναύτες του U-BOAT είναι σαφέστατα πιστοί στην αποστολή τους, την οποία υπηρετούν με αυταπάρνηση.
Ο σκηνοθέτης της ταινίας, ο Wolfgang Petersen, είναι εξαιρετικός στη δημιουργία ενός άκρως κλειστοφοβικού κλίματος στην ταινία, όπως αρμόζει σε κάθε ταινία με υποβρύχια που σέβεται τον εαυτό της. Υπάρχουν σκηνές που το υποβρύχιο βυθίζεται όλο και περισσότερο στη θάλασσα, σε βάθος πέραν των προδιαγραφών του, για να αποφύγει τις συμμαχικές βόμβες. Ο ήχος του μετάλλου που συμπιέζεται από την πίεση του νερού, η αγωνία των ναυτών και η γνώση πως αυτό συμβαίνει πολλά μέτρα κάτω από τη θάλασσα σε ένα μεταλλικό κατασκεύασμα στο οποίο στοιβάζονται πολλές δεκάδες ανθρώπων, προσδίδουν μια άκρως κλειστοφοβική ατμόσφαιρα. Είναι επίτευγμα πως ο Petersen καταφέρνει να δημιουργήσει μια πολύ μεγάλης διάρκειας ταινία (τρεις ώρες και 30 λεπτά) που διαδραματίζεται σχεδόν αποκλειστικά μέσα σε ένα υποβρύχιο στενάχωρο με πολλούς ναύτες και ταυτόχρονα να είναι πλήρως λειτουργική, με πολύ αγωνία και ενδιαφέρουσα σε όλη τη διάρκεια της. Ο χειριστής της κάμερας, ο υπεύθυνος, δηλαδή, της διεύθυνσης φωτογραφίας, ο Jost Vacano, αξίζει πολλούς επαίνους.
Η ταινία είναι περισσότερο μια συναρπαστική πολεμική περιπέτεια, παρά ένα αντιπολεμικό έργο. Σίγουρα, οι αφύσικες συνθήκες για την ανθρώπινη φύση που παρακολουθούμε να επικρατούν είναι από μόνες τους αρκετές για να καταδείξουν τη βαρβαρότητα του πολέμου. Η ταινία, όμως, είναι κυρίως ένα παιχνίδι στρατηγικής μεταξύ του U-BOAT που επιδιώκει να βυθίσει τα εμπορικά πλοία των συμμάχων και των αγγλικών πολεμικών πλοίων (Destroyers) που το κυνηγούν για να το καταστρέψουν. Οι σκηνές που ο πλοίαρχος δίνει διαταγές για ξαφνική αλλαγή κατεύθυνσης, για απότομη βύθιση πέραν των επιτρεπτών ορίων, που προσπαθεί να διαβάσει τις μπλόφες και τη στρατηγική των κυνηγών του κ.τ.λ. είναι συναρπαστικές και ταυτόχρονα ρεαλιστικές. Για την ταινία, άλλωστε, χρησιμοποιήθηκαν οι συμβουλές πραγματικών πλοιάρχων των U-BOATS και ο Petersen διασφάλισε πως τα πάντα θα ήταν ακριβή και ρεαλιστικά, από τις τακτικές μάχης μέχρι την τελευταία βίδα στο εσωτερικό του υποβρυχίου.
Πολύ καλές είναι και οι ερμηνείες των ηθοποιών στους βασικούς πρωταγωνιστικούς ρόλους. Η ταινία είχε προταθεί για έξι Όσκαρ, μεταξύ των οποίων για τα Όσκαρ καλύτερου σεναρίου, καλύτερης σκηνοθεσίας και καλύτερης φωτογραφίας. Τελικά, δεν κέρδισε κανένα. Μπορεί στα Όσκαρ, όμως, να μην κέρδισε τίποτα αλλά με το πέρασμα του χρόνου η ταινία έχει αποδείξει την αξία της.
Αρχικά κυκλοφόρησε στους κινηματογράφους η έκδοση των 150’ και μετά προέκυψε (το 1997) το director’s cut με διάρκεια 209’. Και οι δύο εκδοχες προέρχονται από υλικό που είχε προβληθεί στην γερμανική και αγγλική τηλεόραση, διάρκειας 300’. Η καλύτερη έκδοση είναι το director’s cut των 209’ λεπτών, όπου έχει και σκηνές δράσης και ανάπτυξη χαρακτήρων.
Το «Das Boot» είναι σίγουρα η καλύτερη ταινία με υποβρύχια και μία από τις καλύτερες πολεμικές ταινίες όλων των εποχών.
Das Boot | Cinemanights | Κριτικές Ταινιών
Jost Vacano, Lothar-Günther Buchheim, Wolfgang Petersen & Jürgen Prochnow on the set of 'Das Boot'.
Wolfgang Petersen (right) with Clint Eastwood