Αμερικανός πολυσχιδής καλλιτέχνης, ζωγράφος, γλύπτης, κινηματογραφιστής, συγγραφέας και συλλέκτης, πρωτοπόρος του κινήματος της Ποπ Αρτ. Γόνος ρουθήνων μεταναστών από τη Αυστρουγγαρία που εγκαταστάθηκαν στις Ηνωμένες Πολιτείες της Αμερικής, γεννήθηκε στο Πίτσμπουργκ της Πενσυλβάνια. Την περίοδο 1945-9 σπούδασε στο Ινστιτούτο Τεχνολογίας του Κάρνεγκι και κατόπιν εγκαταστάθηκε στη Νέα Υόρκη, όπου εργάστηκε αρχικά σαν σχεδιαστής παπουτσιών όπου και τον πρόσεξε ο πασίγνωστος τότε γκαλλερίστας Αλέξανδρος Ιόλας και τον προώθησε στο περιοδικό Glamour σαν εικονογράφο. Η ενασχόλησή του με τη ζωγραφική ξεκίνησε στις αρχές της δεκαετίας του 1960 και αρχικά ήταν επηρεασμένη από θέματα διαφημίσεων, καθημερινά αντικείμενα και την εικονογραφία των κόμικς, δίνοντας τα πρώτα δείγματα γραφής της Ποπ Αρτ. Με πίνακες που απεικόνιζαν κουτιά σούπας της εταιρείας Κάμπελ ή μπουκάλια Κόκα Κόλα, απέκτησε μεγαλύτερη φήμη και μέχρι το 1963 παρήγαγε μαζικά τέτοιου τύπου επιτηδευμένα κοινότοπες αναπαραστάσεις καταναλωτικών προϊόντων, καθώς και προσωπογραφίες διασημοτήτων - μεταξύ αυτών και αρκετά πρόσωπα που αποτελούσαν σύμβολα της αμερικανικής ποπ κουλτούρας - σε φανταχτερά χρώματα και συχνά ως μεταξοτυπίες.Από τα μέσα της δεκαετίας του 1960, ο Γουόρχολ αφοσιώθηκε στον κινηματογράφο, σκηνοθετώντας ταινίες που χαρακτηρίζονταν από τη διάθεση πειραματισμού και πρόκλησης, το ερωτικό στοιχείο και ενίοτε την ασυνήθιστη διάρκειά τους. Στα πιο γνωστά έργα του ανήκουν τα The Chelsea Girls (1966), Eat (1963), My Hustler (1965) και Blue Movie (1969). Στην ταινία Empire (1964), διάρκειας οκτώ ωρών με πλάνα αποκλειστικά του Empire State Building σε πραγματικό χρόνο, ο Γουόρχολ παρουσίασε στην πιο ακραία μορφή της, τη δική του αισθητική τού βαρετού. Από το 1962 μέχρι το 1968, εργαστήριο του αποτέλεσε ένας χώρος που στο παρελθόν στέγαζε εργοστάσιο, και για αυτό ονομάστηκε Factory. Σύντομα εξελίχθηκε σε τόπο συγκέντρωσης διασημοτήτων, καλλιτεχνών, μελών της αβάν γκαρντ και αντεργκράουντ κουλτούρας, τοξικομανών, ομοφυλόφιλων, μουσικών και φιλότεχνων. Μετά από απόπειρα δολοφονίας του στο Factory από τη Βαλερί Σολάνας, στις 3 Ιουνίου του 1968, ο Γουόρχολ κράτησε αποστάσεις από τον αντισυμβατικό περίγυρό του, συναναστρεφόμενος περισσότερο με πλούσια μέλη της υψηλής κοινωνίας. Από το έργο του στη διάρκεια της δεκαετίας του 1970, ξεχωρίζουν οι κατά παραγγελία προσωπογραφίες που τύπωνε ως μεγεθύνσεις φωτογραφιών Polaroid, πολλές από τις οποίες αφορούσαν πολιτικές φυσιογνωμίες και διασημότητες του Χόλυγουντ. Στη δεκαετία του 1980, συνεργάστηκε με τον Φραντσέσκο Κλεμέντε και τον νεοεξπρεσιονιστή ζωγράφο Ζαν Μισέλ Μπασκιά. Στα τελευταία χρόνια της ζωής του ασχολήθηκε εκ νέου με τη ζωγραφική, δίνοντας μια σειρά πινάκων βασισμένων σε θρησκευτικά θέματα της αναγέννησης, όπως ο Μυστικός Δείπνος (1986). Πέθανε το Φεβρουάριου του 1987, στην πόλη της Νέα Υόρκης, μετά από επιπλοκές κατά τη διάρκεια επέμβασης αφαίρεσης της χολής του. Ο Γουόρχολ υπήρξε συστηματικός συλλέκτης έργων, κυρίως κοσμημάτων, διακοσμητικής και λαϊκής τέχνης, τα οποία δημοπρατήθηκαν μετά το θάνατό του. Το Μουσείο Άντι Γουόρχολ, με πλούσια συλλογή έργων του, εγκαινιάστηκε το 1994 στο Πίτσμπουργκ.Πηγή: Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια
Φιλμογραφία
Πηγή: Andy Warhol - IMDb
Αντι Γουόρχολ: Οι ατελείωτοι εραστές, τα μαθήματα σεξ με ναύτη και η εμμονή με τον Τρούμαν Καπότε -Βιβλίο αποκαλύπτει.
Είχε τη φήμη ότι είναι ασεξουαλικός, αλλά ο Αντι Γουόρχολ είχε στην πραγματικότητα μια σειρά από άνδρες εραστές, όπως αναφέρει το βιβλίο. Ο διάσημος καλλιτέχνης έζησε με έναν σύντροφό του για 12 χρόνια και κάποτε, παραπονούμενος σε φίλους του, είπε ότι «με πονάει τόσο ο κ@@@ος μου γιατί γνώρισα έναν τύπο και με "έσκισε"». Πρώην εραστές του είπαν ότι ο Γουόρχολ ήταν «ειδικός στην πεολειχία» και ότι «έκανε σαν τρελός» όσον αφορά στο στοματικό σεξ.Μάλιστα, σύμφωνα με το δημοσίευμα της Daily Mail για το βιβλίο, ο Αντι Γουόρχολ έκανε κάποτε «μαθήματα σεξ» με μια φίλη και τον εραστή της για να βελτιώσει τις επιδόσεις του. Όμως, παρά την όρεξή του για σεξ, ο Γουόρχολ δεν φάνηκε ποτέ να ήταν καλός σε αυτό, καθώς μια κατάκτησή του είπε ότι ήταν «χάλια στο κρεβάτι» και μια άλλη ότι η επαφή τους ήταν «σε επίπεδο μαθητή».Οι παραπάνω «καυτές» λεπτομέρειες αποκαλύπτονται στο νέο βιβλίο 900 σελίδων του Μπλέικ Γκόπνικ για την ιδιοφυΐα της Pop Art, Άντι Γουόρχολ.
Ο Γουόρχολ έγινε ένας από τους πιο σημαντικούς καλλιτέχνες στον κόσμο καταρρίπτοντας την ιδέα του υψηλού και χαμηλού πολιτισμού και φέρνοντας την καταναλωτική τέχνη στις μάζες. Είχε εμμονή με τη διασημότητα και είναι ο δημιουργός της φράσης που μετατράπηκε σε προφητεία, ότι μια μέρα όλοι θα είναι διάσημοι για 15 λεπτά.
Αλλά σε προσωπικό επίπεδο, ο Γουόρχολ έχει δημιουργήσει τη φήμη ότι ήταν μοναχικός και κρατούσε αποστάσεις, ειδικά στη σεξουαλική του ζωή. Ωστόσο ο Γκόπνικ γράφει ότι αυτό δεν ανταποκρίνεται στην πραγματικότητα και περιγράφει λεπτομερώς τις κατακτήσεις του, καταλήγοντας στο συμπέρασμα ότι ο Γουόρχολ χαρακτηρίστηκε ως ασεξουαλικός «λόγω της ομοφοβίας που υπάρχει στον πολιτισμό μας».«Αν τελικά αποδεχθούμε ότι ένας από τους πιο εμβληματικούς καλλιτέχνες μας ήταν ομοφυλόφιλος, θα προτιμούμε ακόμα να μην τον κάνουμε εικόνα να συνευρίσκεται με άντρες», γράφει ο Γκόπνικ.
Η εμμονή του Αντι Γουόρχολ με τον Τρούμαν Καπότε
Ο Γουόρχολ γεννήθηκε ως Andrew Warhola το 1929 από γονείς μετανάστες από τη σημερινή Σλοβακία στο Πίτσμπουργκ, όπου το να είσαι ομοφυλόφιλος θα μπορούσε να οδηγήσει στη σύλληψή σου. Ετσι, ο διάσημος καλλιτέχνης μεγάλωσε σε ένα καταπιεστικό περιβάλλον, όπου οι γκέι άντρες και γυναίκες αντιμετωπίζονταν σαν εγκληματίες.Αρχισε να ανακαλύπτει την ομοφυλοφιλική ταυτότητά του όταν μετακόμισε το 1949 στη Νέα Υόρκη, σύμφωνα με τον Γκόπνικ. Ο Γουόρχολ «απορροφήθηκε» αμέσως στην γκέι κοινότητα του Μανχάταν. Ο πρώτος του έρωτας ήταν ένας νεαρός ξανθομάλλης καλλιτέχνης, ο Τόμι Τζάκσον, τέσσερα χρόνια νεότερός του, με τον οποίο αλληλογραφούσαν και έστελναν πρόστυχες καρτ ποστάλ ο ένας στον άλλον.Ανάμεσα στους άντρες που τράβηξαν την προσοχή του Άντι Γουόρχολ ήταν ο συγγραφέας Τρούμαν Καπότε, με τον οποίο απέκτησε εμμονή και άρχισε να τον καταδιώκει. Έστελνε κάρτες στο σπίτι του, μετά άρχισε να τον παρακολουθεί και κάποια φορά τον περίμενε έξω από ένα εστιατόριο, όπου ο Καπότε έτρωγε με φίλους. Μια μέρα, ενώ τον περίμενε έξω από το διαμέρισμά του, η μητέρα του συγγραφέα τον κάλεσε μέσα επειδή προφανώς τον λυπήθηκε.
Ο Γουόρχολ αυτό το πήρε ως ένδειξη για να αρχίσει να τηλεφωνεί στον Κάποτε κάθε μέρα, μέχρι που η μητέρα του τού είπε να σταματήσει. Oι δύο άντρες θα γίνονταν αργότερα, τη δεκαετία του 1970, φίλοι.
Ο πρώτος «κανονικός» εραστής του Αντι Γουόρχολ
Ο πρώτος πραγματικός εραστής του Γουόρχολ ήταν ο 20χρονος Κάρλτον Άλφρεντ Γουίλερς, από τον οποίο φαίνεται να έχασε την παρθενιά του, όπως αναφέρεται στο βιβλίο. Ο Γουίλερς ήταν υπάλληλος στη Δημόσια Βιβλιοθήκη της Νέας Υόρκης και ο Γκόπνικ γράφει ότι οι δύο άντρες είχαν ερωτικές σχέσεις.
Ο Γουίλερς περιγράφει τον Γουόρχολ ως «απαίσιο στο κρεβάτι», χαρακτηρισμό που του απέδωσαν και άλλοι εραστές αργότερα. «Σίγουρα δεν ήταν παθιασμένος με το σεξ, ήταν πιο παθιασμένος με το φαγητό», φέρεται να έχει πει ο Γουίλερς.Χρειάστηκε πολλή προσπάθεια για να κάνουν σεξ και ο Γουόρχολ «μπορούσε με το ζόρι να διαχειρίζεται τις σεξουαλικές σχέσεις», δήλωσε ο Γουίλερς, ο οποίος αποκάλυψε ότι περιστασιακά κατά τη διάρκεια μιας «οικείας στιγμής», όταν αγκαλιάζονταν, ο Γουόρχολ έκλαιγε.
Η άποψη του Γουόρχολ για το σεξ και οι εραστές τουΟ Στίβεν Μπρους, ένας από τους ιδρυτές του δημοφιλούς καφέ Serendipity στο Μανχάταν, όπου ο Γουόρχολ ήταν τακτικός πελάτης, είπε ότι ο πρωτοπόρος καλλιτέχνης γοητευόταν από «κάθε ελκυστικό νεαρό άντρα στην πόλη, συμπεριλαμβανομένου και εμού».
Ένας τέτοιος νεαρός άνδρας ήταν ο Ντάντλεϊ Χάπλερ, ένας καλλιτέχνης από το Γουισκόνσιν, ο οποίος ήταν 11 χρόνια μικρότερος από τον Γουόρχολ και έμεινε κοντά του για αρκετά χρόνια.Ο επόμενος μεγάλος εραστής του ήταν ο «ψηλός και μελαχρινός» Τσαρλς Λίζανμπι. Ο Γκόπνικ γράφει ότι η σχέση τους «αιωρούνταν μεταξύ μιας φιλίας, ενός φλερτ και μιας ερωτικής σχέσης -ανάλογα με το ποιον από τους δύο θα ζητούσατε να σας την περιγράψει».
Σύμφωνα με τον Λίζανμπι, το σεξ για τον Γουόρχολ ήταν κάτι «δυσάρεστο». «Μου είπε ότι είχε κάνει σεξ μερικές φορές, το δοκίμασε και δεν του άρεσε πολύ». Ωστόσο, ο Γκόπνικ σημειώνει ότι υπάρχουν πολλά αποδεικτικά στοιχεία ότι ο Γουόρχολ απολάμβανε «κάθε είδους ερωτική επαφή εκείνα τα πρώτα χρόνια και κατά τη διάρκεια της ζωής του». Όσον αφορά τη «σεξουαλική λειτουργία», όπως έχει πει ο Λίζανμπι, ο Γουόρχολ ήταν «φυσιολογικός από κάθε άποψη».Τα επόμενα χρόνια, ο Γουόρχολ αντιμετώπισε προβλήματα υγείας με τον πρωκτό του. Όπως γράφει ο Γκόπνικ, έκανε χειρουργική επέμβαση για κονδυλώματα πρωκτού, μια σεξουαλικά μεταδιδόμενη ασθένεια, ενώ μια δεκαετία αργότερα υποβλήθηκε σε θεραπεία για κονδυλώματα σε νοσοκομείο και η ανάρρωσή του διήρκεσε αρκετές εβδομάδες.
Ο Τέιλορ Μιντ, τον οποίο ο Γκόπνικ αποκαλεί έναν από τους «πλησιέστερους γκέι συνεργάτες» του Γουόρχολ, ισχυρίστηκε κάποτε ότι «χτυπάει σαν τρελός -ή οπουδήποτε μπορεί να το πάρει», προφανώς αναφερόμενος στο στοματικό σεξ. Αρκετοί άλλοι φίλοι «είτε είδαν τον Γουόρχολ να κάνει σεξ είτε τον άκουσαν να καυχιέται γι' αυτό».
Ο Γουόρχολ κάποτε θύμωσε με τον πρώην βοηθό του, Βίτο Τζιάλο, επειδή δεν τον ακολούθησε στα «μαθήματα σεξ» της Τετάρτης το βράδυ με τη φίλη του και τον ναύτη εραστή της. Ο Τζιάλο, ο οποίος ήταν πολύ σεμνός και χαμηλών τόνων, τους χαρακτήρισε «πολύ περίεργους για αυτόν».Ένας άλλος από τους εραστές του Γουόρχολ ήταν ο Μπίλι Νέιμ, γνωστός και ως William George Linich, ο οποίος ήταν φωτογράφος και αρχειονόμος στο The Factory, τον περίφημο χώρο εργασίας και πάρτι του Γουόρχολ στο Μανχάταν.
Ο Νέιμ έγινε το «κατοικίδιο» του Γουόρχολ, ο οποίος του έστελνε σημειώματα λέγοντας: «Η μητέρα μου μού είπε να διαλέξω τον καλύτερο. Διαλέγω εσένα». Οι δύο έγιναν σύντομα εραστές, αλλά «ήταν πολύ αμήχανοι και πολύ ντροπαλοί για όλο αυτό το σεξουαλικό πράγμα», είπε ο Νέιμ. Ένας άλλος εραστής του είπε ότι ο Γουόρχολ ήταν «ειδικός στην πεολειχία».Ένας άλλος σύντροφος του Γούορχολ ήταν ο Ρομπέρ Πίνκους-Βίτεν, ο οποίος εμφανίστηκε στην ταινία του Γουόρχολ «The 13 Most Beautiful Boys». Ο Πίνκους-Βίτεν ήταν ένας 19χρονος που αναζήτησε τον Γουόρχολ στο The Factory. Όπως πολλοί από τους εραστές του, ο Βίτεν είπε ότι το σεξ μαζί του ήταν «κακό και περίεργο, ακόμη και παράλογο» και δεν κράτησε πολύ. O Γουόρχολ τον κόλλησε ψείρες, με τον Βίτεν να αστειεύεται ότι εάν τα παράσιτα δεν προέρχονταν από τον καναπέ στο The Factory, τότε ήταν από τον «καβάλο του Άντι».
Το 1968 ο Γουόρχολ επέζησε μιας απόπειρας δολοφονίας από τη ριζοσπαστική φεμινίστρια συγγραφέα Βαλερί Σολανά, που τον άφησε με βαθιές ουλές από τις πληγές της σφαίρας.Η σχέση του Τζεντ Τζόνσον με τον Αντι Γουόρχολ και ο χωρισμόςΕκείνη τη χρονιά ο Γουόρχολ γνώρισε τον Τζεντ Τζόνσον, ο οποίος αργότερα θα γινόταν διάσημος σχεδιαστής εσωτερικών χώρων. Οι δυο τους έμειναν μαζί για 12 χρόνια. Εκείνη την εποχή ο Τζόνσον ήταν ένα 19χρονο κολεγιόπαιδο από την Καλιφόρνια που εργαζόταν στο The Factory για να διορθώνει πράγματα.
Στη συνέχεια μετακόμισε με τον Γουόρχολ και «λειτουργούσαν ως σύζυγοι», έχοντας μια πλήρη σεξουαλική σχέση. Ο Τζόνσον αργότερα είπε σε έναν φίλο του ότι το σεξ με τον Γουόρχολ ήταν «σε επίπεδο μαθητή».
Δημοσίως δεν ήταν εκδηλωτικοί, με τον Γουόρχολ να χαρακτηρίζεται ζηλιάρης και χειριστικός. Η σχέση τους κράτησε μέχρι το 1980, όταν ο Γουόρχολ έκανε πάρτι στο Studio 54, όπου «δεν μπορούσε να κρατήσει τα μάτια του, ή τις σκέψεις του, ή μερικές φορές τα χέρια του, από τα πανέμορφα νεαρά παιδιά που έβλεπε στην πίστα του χορού τις περισσότερες νύχτες».Σε ένα αποχαιρετιστήριο σημείωμα ο Τζόνσον είπε στον Γουόρχολ: «Δεν νομίζω ότι θα πάρεις αυτό που ψάχνεις από τους Βίκτορ και Κέβιν και τις νύχτες στο Studio 54. Είχες όλη μου την αγάπη και τον σεβασμό. Λυπάμαι που πήγε στραβά».
Ο Γκόπνικ γράφει ότι κάτω από το απόμακρο και cool look του καλλιτέχνη, ο Γουόρχολ ήταν στην πραγματικότητα «ρομαντικός και συναισθηματικός». «Επένδυσε βαθιά» για να βρει έναν σύντροφο ψυχής και έμεινε «μπερδεμένος και δυστυχισμένος» όταν δεν λειτουργούσε, όπως συνέβαινε συχνά.«Ε και λοιπόν...»Σε μια συνέντευξη πριν από τον θάνατό του στις 22 Φεβρουαρίου 1987, από επιπλοκές έπειτα από χειρουργική επέμβαση στη χοληδόχο κύστη, ο Αντι Γουόρχολ δήλωσε ότι «η καρδιά του έσπασε αρκετές φορές».
Είπε χαρακτηριστικά: «Μερικές φορές οι άνθρωποι αφήνουν τα ίδια προβλήματα να τα κάνουν να είναι άθλια για χρόνια, όταν θα έπρεπε απλά να λένε “ε και τι”. Αυτό είναι ένα από τα αγαπημένα μου πράγματα να λέω. Και τι λοιπόν. Η μητέρα μου δεν με αγάπησε. Και τι λοιπόν. Ο σύζυγός μου δεν θα με π…..ει. Και λοιπόν;».
Ζούμε ακόμη στην εποχή του Άντι Γουόρχολ
Σύντομη σκιαγράφηση της περίπλοκης, σχεδόν μυθιστορηματικής προσωπικότητας και των αμφισημιών ενός σπουδαίου pop καλλιτέχνη που πέθανε σαν σήμερα. Ο Andy Warhol είναι περισσότερο ζωντανός από ποτέ. Τα έντυπα τον αγαπούν, οι νεαροί καλλιτέχνες συζητούν γι' αυτόν με τρόπο ευλαβικό, οι ξένοι τον θεωρούν απαραίτητο. Eκθέσεις, ταινίες και βιβλία με σαφείς επιρροές στη ζωή και το έργο του κάνουν την εμφάνισή τους σχεδόν κάθε χρόνο. Υπάρχει κάτι περίεργο σε όλο αυτό που συμβαίνει. Ο Warhol (1928-1987) έφτιαξε τα πιο αυθεντικά από τα έργα του πριν από 40 χρόνια. Εάν η ιστορία της τέχνης μπορούσε να χρησιμοποιηθεί ως οδηγός, ο Warhol θα έπρεπε να ανήκει στο παρελθόν, και θα μπορούσε να ισχυριστεί κάποιος πως η επιρροή του έχει πια ξεθυμάνει. Ωστόσο εξακολουθεί να γίνεται όλο και πιο δημοφιλής. Η πραγματική τέχνη που παρήγαγε ο Warhol –οι πίνακες, οι μεταξοτυπίες και οι ταινίες του– δεν μπορούν να εξηγήσουν αυτή την ιδεοληπτική, σχολαστική προσοχή που δείχνουν για το έργο του οι νεαροί καλλιτέχνες. Ο Warhol ήταν ένας σημαντικός pop καλλιτέχνης που δημιουργούσε ακραίες ταινίες, και με τις μεταξοτυπίες του βρήκε έναν φρέσκο τρόπο να περιγράψει το εφήμερο της δόξας, παρ' όλο που οι εικόνες του δεν είχαν την εικαστική δύναμη που βρίσκει κανείς στα έργα των μεγάλων ζωγράφων του 20ού αιώνα, όπως του Matisse, του Picasso και του Mondrian. Υπήρξε άδολος αλλά υποψιασμένος, αθώος αλλά διεφθαρμένος. Μπορούσε να είναι νέος αλλά και γέρος. Ήταν περιτριγυρισμένος από ναρκωτικά, αλλά ο ίδιος ήταν «καθαρός». Ήταν «μυημένος» αλλά και αουτσάιντερ. Ήταν ο Warhol celebrity ή groupie; Και τα δύο. Από πολύ νωρίς, φυσικά, οι άνθρωποι αναγνώριζαν ότι ο Warhol αντιπροσώπευε περισσότερα από αυτό που παρουσίαζε στα έργα του. Όπως και οι Marcel Duchamp και Joseph Beuys, ενδιέφερε κυρίως ως πολιτιστικός performer: Ο «Andy» είναι αναμφισβήτητα η σπουδαιότερη δημιουργία του. Εκείνο το χλομό φάντασμα με την πλατινέ περούκα που μιλούσε με ιδιοφυώς ανέκφραστο τρόπο –και μπορούσε να είναι εξαιρετικά φαιδρός– έγινε ο πάπας για την κουλτούρα των διασημοτήτων. Ακόμα και σήμερα μπορεί να αισθανθεί κανείς τη νοητή παρουσία του στα μεγάλα πάρτι, και να τον δει μισοκρυμμένο πίσω από κάθε μόδα του συρμού: από την Paris Hilton μέχρι την reality τηλεόραση. Και αυτή η επίδοσή του, όμως, δεν εξηγεί τη μόνιμη επιρροή του στη φαντασία του κόσμου. Αυτό που σπάνια τονίζεται με τον σωστό τρόπο –και στη σωστή δόση– στον Warhol είναι ο απόκοσμος ζόφος του. Ο Warhol είναι ένα φάντασμα. Ένα φάντασμα –της φήμης του παρελθόντος, του παρόντος και αυτής που θα επακολουθήσει– το οποίο μας στοιχειώνει. Ο ίδιος ο Warhol γοητεύτηκε από το θάνατο. Το παιδί που μεγάλωνε μέσα στο καθολικό περιβάλλον ενός νοικοκυριού στο Pittsburgh εξελίχθηκε σε έναν νεαρό που έβρισκε ελκυστικές τις εικόνες από ατυχήματα αυτοκινήτων. Αργότερα στη ζωή του ζωγράφιζε σκιές. Αυτή η ιδεοληψία με το θάνατο δεν είναι καθόλου ασυνήθιστη για κάποιον καθολικό, δεν είναι ωστόσο η κύρια πηγή του σκοτεινού του κόσμου. Ο Warhol ενσωμάτωσε στα έργα του συγκεκριμένα παράδοξα, που επίσης δημιουργούσαν μπελάδες στην αμερικανική κουλτούρα. Ας αναλογιστεί κάποιος αυτά που έκανε με το σεξ: στη δεκαετία του '60 το Factory γλεντούσε την ακολασία. Ήταν αυτός που καθιστούσε εφικτό το οτιδήποτε, καλλιεργώντας μια εξωφρενική συμπεριφορά (μία από τις πιο γνωστές ταινίες του είναι το «Blow Job», όπου οι θεατές μπορούσαν να δουν μόνο το πρόσωπο ενός άντρα – ένα είδος αστείου με την κάμερα). Ωστόσο ο ίδιος ο Warhol παρουσιαζόταν απαθής, άφυλος και αποστραγγισμένος από ερωτική ζωτικότητα. Με τον Warhol ήσουν αναγκασμένος να έχεις στον νου σου δύο αισθήσεις ταυτόχρονα: την αναφροδισία και την υπερβολή, οι οποίες έγιναν ένα πολιτιστικό ζευγάρι αναπόσπαστα συνδεδεμένο. Μία αμερικάνικη σχέση. Υπάρχουν πολλές σκιερές αντιφάσεις –ιδιαιτέρως αμερικανικές– στον Warhol. Υπήρξε άδολος αλλά υποψιασμένος, αθώος αλλά διεφθαρμένος. Μπορούσε να είναι νέος αλλά και γέρος. Ήταν περιτριγυρισμένος από ναρκωτικά, αλλά ο ίδιος ήταν «καθαρός». Ήταν «μυημένος» αλλά και αουτσάιντερ. Ήταν ο Warhol celebrity ή groupie; Και τα δύο. Έμοιαζε με ένα από εκείνα τα πλάσματα που ζευγαρώνουν με τον εαυτό τους: θαυμαστής και σταρ, ηδονοβλεψίας και επιδειξίας – ακριβώς η αλλόκοτη συνένωση που κυοφορεί τον τέλειο ναρκισσιστή. Ο Warhol, όπως και οι πιο πολλοί ανθρώπινοι καθρέφτες του, θεωρούσε τον κόσμο ως μια απλή παράσταση: όσο σκληρά και αν είναι τα συναισθήματα του πραγματικού κόσμου που αναγκάζεται κάποιος να ζήσει στη σκηνή, μπορεί να τα αφήσει πίσω του και να πάει στο σπίτι του, ακριβώς όπως και ο κάτοχος του εισιτηρίου που την παρακολουθεί. Ο ναρκισσισμός του ήταν γνήσιος. Το προσωπείο του δεν ράγιζε. Εάν κάποιος από το κοινό του πέθαινε την ώρα που αυτός ήταν στην σκηνή, θα συνέχιζε να παίζει (και να παρακολουθεί). Θα μπορούσε να το ονομάσει κάποιος ηθική ακεραιότητα. Μόλις η Edie Sedgwick σταμάτησε να πηγαίνει στο Factory, ο Warhol τής έστρεψε την πλάτη, και όταν πληροφορήθηκε το θάνατό της δεν έχυσε ούτε ένα δάκρυ. Ένα από τα σατανικά ζευγαρώματα του Warhol –της τέχνης με το χρήμα– ήταν χαρακτηριστικά κυνικό και ειλικρινές. Στη δεκαετία του '60 πολλοί κριτικοί θαύμαζαν την avant-garde επειδή παρέβλεπε το υλικό όφελος. Ο Warhol κατάφερε να κάνει αυτή την αντίληψη να φαίνεται σαν άλλη μία ιδιαίτερη στάση, δείχνοντας τέτοια αδυναμία για τη «μόστρα» και τα χρήματα, που εντέλει –παραδόξως– κατάληξε να τα οικειοποιηθεί η avant-garde. Ύπουλο. Κανείς δεν πίστευε πραγματικά ότι εννοούσε αυτά που έλεγε. Σατίριζε άραγε αυτά που υποστήριζε; Αυτή η παραπειστική περιβολή του Warhol εξελίχθηκε σε μία ευρεία εκμετάλλευση του κόσμου της τέχνης. Ο Warhol πέθανε πριν από 30 ακριβώς χρόνια. Πότε άραγε θα ξεφύγει από αυτή τη συγκεκριμένη σκιά; Πιθανώς όχι σύντομα. Πολλοί άνθρωποι εξακολουθούν να τον βρίσκουν χρήσιμο. Πολλοί καλλιτέχνες τον μεταχειρίζονται ως διασημότητα, οι μαχητές της κουλτούρας τον αποδοκιμάζουν σαν παρηκμασμένο, οι κουτσομπόληδες τον στολίζουν με «κοριτσίστικα» επίθετα, οι διανοούμενοι περιπλέκονται στις ειρωνείες του. Παραμένει δυσκολοθώρητος, παρ' όλα αυτά αρκετοί είναι αυτοί που τον φέρνουν αυτόματα στο νου με την πρώτη ευκαιρία: είναι το πρώτο όνομα στο στόμα εκατομμυρίων σε ολόκληρο τον κόσμο. Δεν θα αργήσει η μέρα που κάποιος ιστορικός –συντηρητικός ή φιλελεύθερος– θα γράψει ένα βιβλίο που θα ονομάζεται «Η Εποχή του Warhol».
Ο Andy Warhol και η Edie Sedgwick φωτογραφημένοι από τον Steve Schapiro, 1965