Ο Κέντζι Μιζογκούτσι ήταν Ιάπωνας σκηνοθέτης και σεναριογράφος.
Το έργο του Μιζογκούτσι είναι γνωστό για τα μονοπλάνα και τη μιζανσέν του. Σύμφωνα με τον συγγραφέα Μαρκ Λε Φανού, «Οι ταινίες του έχουν μια εξαιρετική δύναμη και αγνότητα. Ταρακουνούν και μετατοπίζουν τον θεατή με τη δύναμη, τη φινέτσα και τη συμπόνια με την οποία αντιμετωπίζουν τον ανθρώπινο πόνο».
Η ταινία του Ουγκέτσου Μονογκατάρι (1953) έστρεψε πάνω του τη διεθνή προσοχή και εμφανίστηκε στο Top Ten Poll των κριτικών του Sight & Sound, το 1962 και το 1972. Άλλες επιτυχημένες ταινίες του περιλαμβάνουν την Ιστορία του τελευταίου χρυσάνθεμου (1939), τη Ζωή της Οχάρου (1952) και τον Επιστάτη Σάνσο (1954). Σήμερα, ο Μιζογκούτσι θεωρείται ένας από τους κορυφαίους κινηματογραφιστές στην ιστορία του κινηματογράφου.
Ο Μιζογκούτσι γεννήθηκε στο Χόνγκο του Τόκιο, όντας ένα από τα τρία παιδιά της οικογένειας. Ο πατέρας του ήταν ξυλουργός στεγών. Η οικογένειά του ανήκε στη μεσαία τάξη, έως ότου ο πατέρας του στράφηκε στην πώληση αδιάβροχων στους στρατιώτες κατά τη διάρκεια του ρωσο-ιαπωνικού πολέμου, προκειμένου να βγάλει τα προς το ζην. Ο πόλεμος τέλειωσε πολύ γρήγορα, προτού προλάβει να κάνει απόσβεση της επένδυσής του. Οι συνθήκες διαβίωσης της οικογένειας επιδεινώθηκαν δραματικά και έδωσαν τη μεγαλύτερη αδελφή του Κέντζι "για υιοθεσία", στη συνέχεια μετακομίζοντας από το Χόνγκο στην Ασακούσα, κοντά στο θέατρο και τη γειτονιά των οίκων ανοχής. Στην πραγματικότητα, η αδελφή του Σούζουκο, ή Σούζου, πωλήθηκε ως γκέισα - γεγονός που επηρέασε βαθιά την αντίληψη του Μιζογκούτσι για τη ζωή. Μεταξύ αυτού του γεγονότος και της βάναυσης μεταχείρισης του πατέρα του προς τη μητέρα και την αδελφή του, επιδόθηκε σε μια σθεναρή αντίσταση εναντίον του πατέρα του, καθ 'όλη τη διάρκεια της ζωής του.
Τα πρώτα έργα του Μιζογκούτσι ήταν κυρίως ταινίες που κατατάσσονταν σε κινηματογραφικές υποκατηγορίες, ριμέικ του γερμανικού εξπρεσιονισμού και κινηματογραφικές μεταφορές έργων του Ευγένιου Ο' Νηλ και του Λέοντα Τολστόι. Σε αυτά τα πρώιμα βήματα, ο Μιζογκούτσι εργαζόταν με καταιγιστικό ρυθμό, μερικές φορές τελειώνοντας μια ταινία μέσα σε λίγες μόνο εβδομάδες. Η πλειοψηφία των περίπου εβδομήντα ταινιών που σκηνοθέτησε από τη δεκαετία του 1920 και του 1930 έχουν πλέον χαθεί.
Πηγή: Κέντζι Μιζογκούτσι - Βικιπαίδεια (wikipedia.org)
Φιλμογραφία
Σκηνοθεσία
Συγγραφέας-Σεναριογράφος
| ||
Πηγή: Kenji Mizoguchi - IMDb
«Σκηνοθεσία είναι να εκφράζεις τον άνθρωπο όσο μπορείς καλύτερα»
O Kenji Mizoguchi (Κέντζι Μιζογκούτσι) είναι μια εμβληματική μορφή του ιαπωνικού κινηματογράφου και θεωρείται από αρκετούς μελετητές της έβδομης τέχνης, αλλά και από επώνυμους κινηματογραφιστές ως ο μεγαλύτερος σκηνοθέτης του παγκόσμιου κινηματογράφου. Μαζί με τον Ozu και τον Kurosawa αποτελούν τα κεντρικά πρόσωπα στο τοπίο του ιαπωνικού σινεμά. Αντίθετα όμως με τον επικό και τραγικό τόνο και τις δυτικές επιρροές του Kurosawa και την εσωστρέφεια του Ozu, οι ταινίες του Kenji Mizoguchi στέκονται αντιμέτωπες με την σκληρή πραγματικότητα της ιαπωνικής κοινωνίας: είναι στην πλειοψηφία τους δράματα που απεικονίζουν τις άγριες και απωθητικές όψεις του κοινωνικού τοπίου, και όπου σ’ αυτές κεντρική θέση κατέχουν οι γυναίκες και τα πάθη τους. Παράλληλα όμως με μια θεματολογία που στο κέντρο της έχει την γυναίκα, ο Mizoguchi διαμόρφωσε ένα σκηνοθετικό ύφος, συναρπαστικό και πολυποίκιλο, που αρνήθηκε τις συμβάσεις και τις κοινοτυπίες του κλασικισμού, παραμένοντας πάντα στο μεταίχμιο ανάμεσα στο κλασικό και το μοντέρνο. Το έργο του επηρέασε ένα σημαντικό αριθμό σκηνοθετών του σύγχρονου κινηματογράφου, από το Jacques Rivette και τον Andrei Tarkovsky, μέχρι τον δικό μας Θόδωρο Αγγελόπουλο.
Ο Μιχάλης Δημόπουλος τοποθετεί με τα παρακάτω λόγια τον Kenji Mizoguchi μέσα στην ιστορία του κινηματογράφου: «Αυτός ο ιάπωνας σκηνοθέτης, όπως όλοι οι κορυφαίοι καλλιτέχνες, βρίσκεται πάντα στο πέρασμα από τον κινηματογραφικό κλασικισμό στην κινηματογραφική νεωτερικότητα- είναι, δηλαδή, άμεσος, αβιάστος, αποτελεσματικός, αφηγηματικός και, ταυτόχρονα, ανοίγει νέους αδιανόητους, υφολογικούς δρόμους, όπως το πλάνο-σεκάνς (το περίφημο one scene- one cut), η σημασία της δράσης εκτός πεδίου, η απόσταση από τα πρόσωπα, τα μεγάλα παράλληλα τράβελινγκ, η «προχωρημένη» για την εποχή χρήση του χώρου και του χρόνου». Ο ιάπωνας σκηνοθέτης Kaneto Shindo (Κανέτο Σίντο) περιγράφει ως εξής τη σχέση του Mizoguchi με την πολιτιστική παράδοση της χώρας του: "Ο Mizoguchi ήταν εντελώς Ιάπωνας. Ήταν μοναδικός στο να μην επηρεάζεται καθόλου από τους δυτικούς σκηνοθέτες. Οι ταινίες του γεννήθηκαν από την αυθεντική πνευματική μήτρα της Ιαπωνίας. Η ιαπωνικότητά του δεν οφειλόταν στο ότι ήταν ένας εσωστρεφής ερημίτης, αλλά στην ειλικρινή του αναμέτρηση μ' αυτό που πραγματικά είναι η Ιαπωνία. Προτιμούσε τα μεγάλα πλάνα, χωρούσε όλες τις μάχες της ζωής σ' ένα μονοπλάνο, προσπαθώντας με μανία να αιχμαλωτίσει την πραγματικότητα σε μια λήψη."
O Kenji Mizoguchi γεννήθηκε στις 16 Μαΐου του 1898 στο Τόκιο και πέθανε στις 24 Αυγούστου του 1956 από λευχαιμία. Γιος ξυλουργού, μεγάλωσε με μεγάλες οικονομικές στερήσεις και μπόρεσε να ολοκληρώσει το λύκειο χάρη στην υποστήριξη της αδελφής του που ασκούσε το επάγγελμα της γκέισας. Tο γεγονός αυτό θα τον σημαδέψει καθώς θα διευρύνει την κοινωνική ευαισθησία του και θα επηρεάσει σημαντικά τη θεματογραφία του.Αρχικά θέλησε να ασχοληθεί με τη ζωγραφική, στις αρχές όμως της δεκαετίας του '20, με τη μεσολάβηση ενός φίλου του ηθοποιού, προσλαμβάνεται ως ο άνθρωπος για όλες τις δουλειές σε ένα κινηματογραφικό στούντιο. Tο 1922, ξεκινά τη σκηνοθετική του καριέρα, δουλεύοντας μέσα στο περιβάλλον των στούντιο, γυρίζοντας κάθε χρόνο πολλές ταινίες, επηρεασμένες ως επί το πλείστον από την ιαπωνική και δυτική λογοτεχνία. H δουλειά του αυτή δυστυχώς έχει καταστραφεί. Αρκετές από τις ταινίες αυτές φανερώνουν την επιρροή του σκηνοθέτη από τις αριστερές ιδέες της εποχής και για το λόγο αυτό, λογοκρίθηκαν από τις αρχές. O ίδιος εξομολογείται ότι η μεγάλη στροφή στην καριέρα του έγινε το 1936, με τις ταινίες H ελεγεία της Oσάκα και Oι αδελφές της Γκιόν, που σηματοδοτούν επίσης τη συνεργασία του με το σεναριογράφο Yoshikata Yoda (Γιοσικάτα Γιόντα).
O Mizoguchi αναπτύσσει ένα προσωπικό στιλ κινηματογράφησης, βασισμένο σε μονοπλάνα και στη δραματική αξιοποίηση του βάθους πεδίου, που βρίσκει την πρώτη ολοκληρωμένη εφαρμογή του στο αριστουργηματικό H ιστορία του τελευταίου χρυσάνθεμου (1939), η επιτυχία του οποίου τον καθιερώνει οριστικά στη συνείδηση του ιαπωνικού κοινού. Πρέπει όμως να περιμένει μέχρι τη βράβευσή του με τον Αργυρό Λέοντα στο Φεστιβάλ Βενετίας, για την ταινία H ζωή της Oχάρου (1952), για να αρχίσει να γίνεται γνωστός στη Δύση. Σχετικά με το σκηνοθετικό του ύφος ο Jean-Luc Godard σημειώνει «[Ο Mizoguchi] Είναι ικανός να περιγράψει μια ιστορία με τέτοιο τρόπο ώστε να την αναγάγει σε κοσμογονία».Παρά το γεγονός ότι κατηγορήθηκε για οπορτουνισμό των πολιτικών του ιδεών (αριστερός στη δεκαετία του '20, φλερτ με το μιλιταριστικό καθεστώς στη διάρκεια του Δεύτερου Παγκοσμίου Πολέμου, υπέρμαχος της δημοκρατίας μετά την ήττα), ο Mizoguchi παραμένει σταθερός σε μια βασική θεματική που επικεντρώνεται στη μοίρα της γυναίκας, σε διάφορες φάσεις της ιαπωνικής ιστορίας και κοινωνίας: της γυναίκας που θυσιάζεται για την αγάπη της (H ιστορία του τελευταίου χρυσάνθεμου), της γυναίκας που αγωνίζεται για ένα καλλιτεχνικό ή κοινωνικό ιδανικό (Tο πάθος της ηθοποιού Σουμάκο, H νίκη των γυναικών), της γυναίκας που πέφτει θύμα εκμετάλλευσης, οδηγούμενη σε ποικίλες μορφές εκπόρνευσης, από την πιο εξωραϊσμένη (αυτοκρατορική παλλακίδα στην Αυτοκράτειρα Γιάνγκ Kουέι Φέι), μέχρι την πιο ωμή (οι πόρνες του δρόμου στις Γυναίκες της νύχτας, χωρίς να εξαιρούνται οι γκέισες -Oι αδελφές της Γκιόν- που αποτελούν μια πιο εκλεπτυσμένη μορφή πορνείας).
Ο Akira Kurosawa (Ακίρα Κουροσάουα) επισημαίνει σχετικά με τον τρόπο δουλειάς του: "Ο Mizoguchi είναι ο ιάπωνας σκηνοθέτης τον οποίο θαυμάζω και σέβομαι περισσότερο. Οι ακούραστες προσπάθειές του να κάνει την κάθε του σκηνή ρεαλιστική, ήταν κάτι το καταπληκτικό. Ποτέ δεν συμβιβάστηκε. Ποτέ δεν είπε: "Αυτό είναι αρκετό". Ποτέ δεν ικανοποιήθηκε εύκολα, και συνεχώς δούλευε κάθε λεπτομέρεια μέχρι να ανταποκριθεί στο όραμά του."Παράλληλα με την κοινωνική του ευαισθησία και την εστίαση του σε γυναικεία πρόσωπα που ζουν μια ζωή δύσκολη, ο Mizoguchi διακατέχεται από την αναζήτηση του κάλλους, της απόλυτης ομορφιάς, αναζήτηση που τον οδήγησε σε μια απόλυτη τελειομανία και εικαστική πλαστικότητα των πλάνων του και ενίσχυσε τη φήμη του σκηνοθέτη-δικτάτορα στο πλατό, που υποτάσσει τους πάντες (τεχνικούς και ηθοποιούς) στις επιταγές έκφρασης του καλλιτεχνικού του εγώ.Ο Andrei Tarkovsky δηλώνει: "Ένας από εκείνους τους καλλιτέχνες που υψώνονται πάνω από τα γήινα, με τεράστια δύναμη συναισθημάτων, όχι απλώς ένας εξερευνητής της ζωή, αλλά ένας δημιουργός μέγιστων πνευματικών θησαυρών και εκείνης της ειδικής ομορφιάς που υπάρχει μόνο στην ποίηση."Η αλήθεια είναι ότι ο Mizoguchi ήταν ένας δύσκολος και απαιτητικός σκηνοθέτης, που έζησε μάλιστα μια άστατη και άσωτη ερωτικά ζωή, λατρεύοντας το γυναικείο φύλο με το ίδιο πάθος και εκτός οθόνης. Χάρη όμως σ' αυτό το χαρακτήρα του, κατάφερε να δώσει ένα τόσο μοναδικό έργο που φτάνει στην ωριμότητα του στη δεκαετία του '50, με μια σειρά απανωτών αριστουργημάτων: H ζωή της Oχάρου, Oυγκέτσου μονογκατάρι, O επιστάτης Σάνσο, Oι σταυρωμένοι εραστές κ.ά., ταινίες που βραβεύτηκαν στο Φεστιβάλ Βενετίας κι έκαναν επιτέλους ευρέως γνωστό το όνομα του Mizoguchi.
Πηγή: Σινεφίλια [Cinephilia.Gr] - Kenji Mizoguchi: Σινεμά στο μεταίχμιο