Πάολο και Βιτόριο Ταβιάνι (1929-),(1931-2018)

Ο Πάολο Ταβιάνι (8 Νοεμβρίου 1931) και ο Βιτόριο Ταβιάνι (20 Σεπτεμβρίου 1929 - 15 Απριλίου 2018), γνωστοί ως αδερφοί Ταβιάνι, είναι Ιταλοί σκηνοθέτες και σεναριογράφοι που συνεργάστηκαν σε σημαντικές παραγωγές.
Η σύζυγος του Πάολο Ταβιάνι, Λίνα Νέρλι Ταβιάνι, υπήρξε σχεδιάστρια ρούχων σε πολλές από τις ταινίες τους.
Στο Φεστιβάλ Κινηματογράφου των Καννών το 1977, οι αδερφοί Ταβιάνι κέρδισαν τον Χρυσό Φοίνικα και το βραβείο FIPRESCI για την ταινία Πατέρας αφέντης. Στο ίδιο φεστιβάλ το 1982 κέρδισαν το Μέγα Βραβείο της Επιτροπής (Grand Prix du Jury) για την ταινία Η νύχτα του Σαν Λορέντζο (La notte di San Lorenzo). Το 2012 κέρδισαν ξανά το πρώτο βραβείο σε φεστιβάλ: τη Χρυσή Άρκτο στο Διεθνές Φεστιβάλ Κινηματογράφου του Βερολίνου με την ταινία Ο Καίσαρας πρέπει να πεθάνει.

Γεννημένοι στο χωριό Σαν Μινιάτο της Τοσκάνης, τα δύο αδέρφια ακολούθησαν αρχικά διαφορετικούς δρόμους. Ο Βιτόριο (1929) σπούδασε Νομική και ο Πάολο (1931) Μουσικολογία και Ιστορία της Τέχνης. Ξεκίνησαν την καριέρα τους ως δημοσιογράφοι. Στη συνέχεια, μπήκαν στον κόσμο του κινηματογράφου το 1960 και ασχολήθηκαν με τη σκηνοθεσία ντοκιμαντέρ. Σκηνοθέτησαν με τον Joris Ivens το ντοκιμαντέρ L'Italia non è un paese povero (Italy is not a poor country). Συνέχισαν με την σκηνοθεσία δυο ταινιών μαζί με τον Βαλεντίνο Ορσίνι: Un uomo da bruciare (1962) και I fuorilegge del matrimonio (1963).
Η πρώτη τους αυτόνομη ταινία ήταν I sovversivi (The Subversives, 1967), με την οποία προέβλεψαν τα γεγονότα του 1968. Οι αδερφοί Ταβιάνι απέκτησαν διεθνή προσοχή με τον ηθοποιό Τζιάν Μαρία Βολοντέ και την ταινία Sotto il segno dello scorpione (Under the Sign of Scorpio, 1969), στην οποία παρατηρούνται αποσπάσματα του Μπρεχτ, του Παζολίνι και του Γκοντάρ.
Το 1971 συμετείχαν στην εκστρατεία των μέσων ενημέρωσης της Ιταλίας ενάντια του αστυνομικού επιτρόπου του Μίλανου, Λουίτζι Καλαμπρέζι, η οποία δημοσιεύτηκε στο περιοδικό L'espresso.
Το επαναστατικό ύφος παρουσιάζεται σε δυο ταινίες τους: στην Ο Σαν Μικέλε είχε έναν κόκκορα (1971), διασκευή του μυθιστορήματος του Τολστόι, The Divine and the Human, ταινία που εκτιμήθηκε ιδιαίτερα από τους κριτικούς κινηματογράφου και στην Αλονζανφάν (1974), στην οποία ο Μαρτσέλο Μαστρογιάννι έχει τον ρόλο ενός πρώην επαναστάτη ο οποίος υπηρέτησε για μεγάλο διάστημα στην φυλακή και τώρα βλέπει την νιότη του υπό μια πιο ρεαλιστική οπτική, ενώ παρόλα αυτά μπλέκεται σε μια νέα επιχείρηση στην οποία δεν πιστεύει πλέον.
Η επόμενη ταινία τους Πατέρας αφέντης (1977, Χρυσός Φοίνικας), βασισμένη στο μυθιστόρημα του Γκαβίνο Λέντα, περιγράφει τον αγώνα ενός βοσκού της Σαρδηνίας απέναντι στους σκληρούς κανόνες της πατριαρχικής κοινωνίας. Στην ταινία Το λιβάδι (1979) υπάρχουν μη ρεαλιστικές αναφορές ενώ η ταινία Η νύχτα του Σαν Λορέντζο (La notte di San Lorenzo, 1982) αφηγείται, με έναν αφηγηματικό τρόπο, ένα περιθωριακό γεγονός στην Τοσκάνη κατά τις ημέρες λίγο πριν τον Β' Παγκόσμιο Πόλεμο, όπως παρουσιάζεται μέσα από τα μάτια κάποιων χωρικών. Η ταινία βραβεύτηκε με το Μέγα Βραβείο της Επιτροπής στις Κάννες.
Η ταινία Χάος (1984) - ακόμα μια λογοτεχνική διασκευή - είναι μια όμορφη και ποιητική ταινία υπό την μορφή επεισοδίων, βασισμένη από το μυθιστόρημα Short Stories for a year του Λουίτζι Πιραντέλο. Στην ταινία Il sole anche di notte (1990), οι Αδερφοί Ταβιάνι μετέφεραν στην Νάπολη του 18ου αιώνα την ιστορία από το βιβλίο του Τολστόι Father Sergius.
Οι αδερφοί Ταβιάνι έχουν βραβευτεί με Χρυσό Φοίνικα για την ταινία Πατέρας αφέντης και με Χρυσή Άρκτο για την ταινία Ο Καίσαρας πρέπει να πεθάνει. Πολύ γνωστή ταινία τους είναι το Χάος.
Το 2015 ανακηρύχθηκαν επίτιμοι διδάκτορες του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης.
Ο Βιτόριο Ταβιάνι πέθανε στις 15 Απριλίου 2018, σε ηλικία 88 ετών.

Πηγή: Αδερφοί Ταβιάνι - Βικιπαίδεια (wikipedia.org) 


Paolo Taviani

Φιλμογραφία

Σκηνοθεσία

Συγγραφέας-Σεναριογράφος

  1.  2004Luisa Sanfelice (TV Movie) (adaptation)
  2.  2001Anastasi (TV Movie)
  3.  1998Tu ridi (screenplay)
  4.  1993Fiorile (screenplay) / (story)
  5.  1990Il sole anche di notte (screenplay)
  6.  1987Good morning Babilonia (story - screenplay)
  7.  1984Χάος (screenplay - as Paolo)
  8.  1982Η νύχτα του Σαν Λορέντζο (screenplay - as Paolo)
  9.  1979Το λιβάδι (writer)
  10.  1962Un uomo da bruciare (story and screenplay)
  11.  1954San Miniato, luglio '44 (Short) 

Ηθοποιός

  1.  2001Domani Minister

Πηγή: Paolo Taviani - IMDb 

Βιτόριο Ταβιάνι (1929-2018): Ο θάνατος που σφράγισε τα μυστικά μιας υπερβατικής συνεργασίας

«Είμαστε διαφορετικοί χαρακτήρες αλλά έχουμε την ίδια φύση» ή πώς ο Βιτόριο και Πάολο Ταβιάνι έδειξαν τον δρόμο για ένα μαχητικό και παράλληλα διαλεκτικό σινεμά για πάνω από 50 χρόνια, σε μια συνεργασία που μόνο ο θάνατος μπόρεσε να διακόψει.
Από τον Τάσο Μελεμενίδη

Ένας κριτικός είχε γράψει στην αρχή της καριέρας των αδερφών Ταβιάνι πως «το σινεμά άρχισε με τους Λιμιέρ και θα τελειώσει με τους Ταβιάνι» ενοχλημένος από μια γραφή που την θεωρούσε αντίθετη στην ανάγκη του κοινού για ψυχαγωγία. Πέρα από την προφανή ανοησία σε μια τέτοια υπερβολή, ο κριτικός δε μπόρεσε να δικαιολογήσει το γεγονός πως οι ταινίες των αδερφών Ταβιάνι, τουλάχιστον στην Ιταλία, δεν αφορούσαν ένα εκλεκτικό κοινό λίγων ανθρώπων αλλά ήταν μια σπάνια περίπτωση από το λαϊκό σινεμά και ο καλλιτεχνικός εστετισμός αναμειγνύονταν στο μοντάζ με ευεργετικό τρόπο.
Ο μεγαλύτερος Βιτόριο (γεννήθηκε το 1929) και ο μικρότερος Πάολο (1931) έζησαν τον πόλεμο σε ηλικία που τους επέτρεπε να έχουν φρικτές αναμνήσεις και βρέθηκαν μετά το τέλος του να αναζητούν εμπειρίες που θα τους οδηγήσουν σε μια καλύτερη ζωή. Το 1946, όπως έχουν δηλώσει σε αρκετές συνεντεύξεις τους, ήταν η καθοριστική στιγμή όταν βρέθηκαν σε μια προβολή του «Παϊζά» του Ρομπέρτο Ροσελίνι, βλέποντας ένα θέαμα που παρόμοιο δεν είχαν ξαναβιώσει. Ο Βιτόριο είχε ξεκίνησε να ασχολείται λίγα χρόνια αργότερα με τη νομική, όταν κατάλαβε πως η σταδιοδρομία στον κινηματογράφο ήταν μονόδρομος. Δούλεψε κοντά στον Ροσελίνι, έμαθε τον φιλμικό κόσμο μέσα από το ντοκιμαντέρ και πήρε την απόφαση να δουλέψει μαζί με τον αδερφό του, σε μια συλλογική προσπάθεια για μια νέα γλώσσα στο σινεμά της μυθοπλασίας.

Με σαφείς προσανατολισμούς προς το κοινό των λαϊκών στρωμάτων και μια πολιτική συνείδηση που έτεινε προς τον μαρξισμό χωρίς όμως ακόμη να έχει οριστικοποιηθεί και κυρίως να έχει μεταφερθεί μέσα στις εικόνες τους, οι Ταβιάνι πέτυχαν για μια εικοσαετία τουλάχιστον, κάτι περίφημο. Να φτιάξουν ένα σινεμά προσιτό και πειραματικό ταυτόχρονα, με αφηγηματικές υπερβάσεις που παρατηρούσαν οι κριτικοί σε κάθε νέα τους ταινία, με την πρωτοποριακή χρήση της μουσικής, αλλά και τα ψήγματα του νεορεαλισμού που δεν τους άφησε ποτέ να φτιάχνουν ένα μοναδικό κράμα.
Μετά τους «Ανατρεπτικούς» του 1967 που με τον τρόπο τους προετοίμαζαν την ευρωπαϊκή έκρηξη του 1968 και έμπλεκαν τη μυθοπλασία με το ντοκιμαντέρ, ξεκίνησε μια σειρά από φιλμ που τους έστειλε στην ελίτ του ευρωπαϊκού σινεμά. Η μαρξιστική ολοκλήρωση φάνηκε να έρχεται στο «Αλονζανφάν» του 1974 που μιλούσε για την ανάγκη της ταξικής συνείδησης γενικότερα, αλλά και ειδικότερα στο κοινό που τους παρακολουθούσε, δείγμα ενός πιο σαφούς καλλιτεχνικού δρόμου. Τρία χρόνια μετά ο «Πατέρας Αφέντης» και το βουκολικό του τοπίο έδινε στα 2 αδέρφια τον Χρυσό Φοίνικα στις Κάννες, απονεμημένο από τον τότε πρόεδρο Ρομπέρτο Ροσελίνι σε ένα υπέροχο παιχνίδι της μοίρας, μια στιγμή που για τους ίδιους έκλεινε έναν κύκλο.
Η μίξη της φαντασίας με την ιστορία έφερε τη Νύχτα του Σαν Λορέντζο το 1982, δυο χρόνια αργότερα συνδύασαν τα διηγήματα του Πιραντέλο στην πιο φιλόδοξη ταινία τους, το Χάος, ενώ το 1987 ασχολήθηκαν με την κινηματογραφική ιστορία, μέσω των γυρισμάτων της «Μισαλλοδοξίας» του Γκρίφιθ, σε ένα από τα πιο προσιτά τους φιλμ, το «Καλημέρα Βαβυλωνία». Στη δεκαετία του 90 συνέχισαν με δουλειές μικρότερου βεληνεκούς όπως το «Fiorile» (1993) και τις «Εκλεκτικές Συγγένειες» (1996), δουλειές που έμοιαζαν ξένες μπροστά σε ένα σινεμά που άλλαζε και άφηνες πίσω του την πολυσημία και τις θεωρητικές συζητήσεις που αυτή προκαλούσε. Ενώ έδειχναν πως είχαν ολοκληρώσει τον δημιουργικό τους κύκλο, το 2012 θριάμβευσαν στο φεστιβάλ του Βερολίνου με το «Ο Καίσαρας Πρέπει να Πεθάνει», που ξανάβαζε στο περιεχόμενο της δουλειάς τους το θέατρο, εξερευνώντας τα όρια της ελευθερίας μέσα από μια παράσταση που ετοιμάζει μια ομάδα φυλακισμένων.

Το βραβείο του Βερολίνου τους έδωσε κουράγιο και συνέχισαν με 2 ακόμη ταινίες, τελευταία εκ των οποίων ήταν το «Ουράνιο Τόξο» του 2017. Το έργο και τα βραβεία τους όμως, αν και αποκάλυψαν πολλά για τις κοινές ιδέες που είχαν, είναι δύσκολο να αποκρυπτογραφήσει εντελώς το πως 2 διαφορετικοί άνθρωποι, έστω και αδέρφια, μπορούσαν να μορφοποιήσουν με τόσο μεστό τρόπο το τελικό τους αποτέλεσμα. Σε μια από τις λίγες φορές που ο Βιτόριο μίλησε για τα γυρίσματα των ταινιών τους, αποκάλυπτε πως σχεδιάζουν μαζί τι θέλουν να κάνουν αλλά μετά χωρίζουν τις σκηνές που γυρίζουν, χωρίς να μπερδεύεται ο ένας στη δουλειά του άλλου. Αυτό το σπάνιο φαινόμενο, σε μια δουλειά συλλογική μεν που χρειάζεται όμως ένα μοναδικό Εγώ που θα δίνει τη γραμμή και τις καλλιτεχνικές οδηγίες, αυτή η συνεργασία έμοιαζε υπερβατική.
Ο θάνατος του Βιτόριο Ταβιάνι ανακοινώθηκε χθες το πρωί από την κόρη του που δήλωσε πως «πέθανε ήσυχα, κοντά στην οικογένειά του» και τελειώνει οριστικά το κεφάλαιο Αδερφοί Ταβιάνι, που αφήνει πίσω του ένα πολιτικό σινεμά που δεν υπάρχει πλέον, μια διαφορετική σχέση κοινού και δημιουργού (δημιουργών στην προκειμένη), αλλά και πολλά μυστικά. «Κάποια στιγμή συναντήσαμε τους αδερφούς Κοέν και αρχίσαμε να μιλάμε για το πως καταφέρνουμε να συνεργαζόμαστε μεταξύ μας. Καταλήξαμε πως είναι καλό κάποια πράγματα να παραμείνουν μυστικά», είπαν οι 2 τους πριν λίγα χρόνια και συμφωνούμε απόλυτα.

Πηγή: Βιτόριο Ταβιάνι (1929-2018): Ο θάνατος που σφράγισε τα μυστικά μιας υπερβατικής συνεργασίας - νεα , ειδησεις || cinemagazine.gr 


Αδελφοί Taviani: Μοντερνισμός, πολιτική και ποίηση

Στο έργο των αδελφών Taviani/ Ταβιάνι -Paolo Taviani (1931) και Vittorio Taviani (1929)-, κοινωνικές και πολιτικές ανησυχίες και στοιχεία ντοκιμαντέρ -απόρροια των νεορεαλιστικών επιρροών- αναμειγνύονται με μια οπτική μοντερνισμού. Το τελικό οπτικό και ακουστικό αποτέλεσμα -όπως φαίνεται στα αριστουργήματά τους La Notte di San Lorenzo (1982) και Kaos (1984), - χαρακτηρίζεται από μια έντονη μουσική, ονειρική και ποιητική διάσταση.Το έργο τους συχνά έχει την αφετηρία του στη λογοτεχνία, αφού περιλαμβάνει πλήθος διασκευών έργων κλασικών συγγραφέων όπως οι Τολστόι, Γκαίτε, Πιραντέλο, Αλέξανδρος Δουμάς (πατήρ) .Και οι δύο αδελφοί Taviani αποφοίτησαν από το Πανεπιστήμιο της Πίζας. Αποκτούν τις πρώτες τους εμπειρίες από τον κόσμο του θεάματος γράφοντας, σκηνοθετώντας θεατρικά έργα με τον Valentino Orsini, μια πολυσχιδή προσωπικότητα (γλύπτης, κριτικός κ.λπ.). Επηρεασμένοι από την κλασική νεορεαλιστική ταινία του Roberto Rossellini, Paisà, άρχισαν να ενδιαφέρονται, να μελετούν και να ασχολούνται με τον κινηματογράφο. Οι πρώτες προσπάθειες τους, συχνά σε συνεργασία με τον Orsini, ήταν μια σειρά από ντοκιμαντέρ με μια ποικιλία θεμάτων (όπως το San Miniato: luglio 1944).Το Un uomo da bruciare (1962) που γίνεται με τη συνεργασία του Orsini, ήταν η πρώτη τους μεγάλου μήκους ταινία. Πρόκειται για το πορτρέτο ενός συνδικαλιστή που δολοφονήθηκε, και σ’ αυτήν μπορούμε να αναγνωρίσουμε τα μακρινά πλάνα που αργότερα θα γίνουν ένα από το χαρακτηριστικά των Taviani. Έκαναν ακόμη μια ταινία με τον Orsini -το I fuorilegge del matrimonio (1963), σχετικά με τους νόμους για τον γάμο και το διαζύγιο στην καθολική Ιταλία-, πριν ξεκινήσουν την δική τους καριέρα στα μέσα της δεκαετίας του 1960.

Η ταινία I sovversivi (1967) αναμειγνύει λήψεις ντοκιμαντέρ με στοιχεία μυθοπλασίας για μια ιστορία σχετικά με το θάνατο ενός ηγέτη και το τέλος μιας εποχής για την ιταλική Αριστερά. Κέρδισαν την προσοχή με το Sotto il segno dello scorpione (1969) όπου παίζει ο Gian Maria Volonté, μια ταινία με επιρροές -απόηχους από τους Brecht, Pasolini και Godard.Το θέμα της επανάστασης υπάρχει επίσης και στο San Michele aveva un gallo (1971), μια εξαιρετική διασκευή έργου του Τολστόι. Το Allonsanfan (1974) είναι μια από τις σημαντικότερες ταινίες του πολιτικού κινηματογράφου και ένα έργο-σταθμός για τη δεκαετία του ’70: είναι ένα σχόλιο πάνω στη πολιτική στράτευση, τη φύση της- σύμφωνα με τους σκηνοθέτες είναι μια κατεξοχήν ποιητική πράξη-, τις εκδοχές της, τις συνέπειες της. Η πρώτη τους μεγάλη επιτυχία, το Padre Padrone (1977) - Palme d'Or στο Φεστιβάλ των Καννών- βασίζεται στη ζωή ενός ιταλού γλωσσολόγου ο οποίος στη νεανική του ηλικία ήταν ένας αγράμματος βοσκός.Στην ταινία La Notte di San Lorenzo (1982) -που χαρακτηρίζεται από μια διάσταση παραμυθιού-, μια γυναίκα θυμάται ένα περιστατικό από τα παιδικά της χρόνια την περίοδο του πολέμου: αναμνήσεις από μια νύχτα κατά την οποία οι κάτοικοι από το χωριό της αγωνίστηκαν για να μείνουν ζωντανοί. Το Kaos (1984), ίσως η καλύτερη ταινία των αδελφών Taviani, είναι μια σπονδυλωτή στη δομή της ποιητική μεταφορά διηγημάτων του Λουίτζι Πιραντέλο, που με αφορμή λαϊκούς μύθους και παραδόσεις, επιχειρούν να προσεγγίσουν πώς επιδρά το φεγγάρι στους ανθρώπους.Το Fiorile (1993) αφηγείται την ιστορία δύο αγοριών που πηγαίνουν για να επισκεφθούν τον παππού τους, και μαθαίνουν την ιστορία μιας κατάρας, που για δύο αιώνες καταδιώκει όλους τους άνδρες της οικογένειάς τους.Το βραβευμένο στο Βερολίνο Cesare deve morire / Ο Καίσαρας Πρέπει να Πεθάνει (2012) είναι ένα ασπρόμαυρο δράμα με στοιχεία ντοκιμαντέρ που γυρίστηκε σε μια φυλακή υψηλής ασφαλείας στα περίχωρα της Ρώμης. Οι αδελφοί Taviani παρακολουθούν μια ομάδα κατάδικων, ανάμεσά τους και δολοφόνοι και μέλη της Μαφίας, ενώ κάνουν πρόβες για να ανεβάσουν τον Ιούλιο Καίσαρα του Σαίξπηρ μέσα στη φυλακή.Η φιλμογραφία των αδελφών Taviani περιλαμβάνει και άλλες ταινίες όπως τα Il sole anche di notte (1990) που διαδραματίζεται στην Νάπολη του 18ου αιώνα και βασίζεται στο «Ο πατήρ Σέργιος» του Τολστόι, το Il prato (1979) με νεορεαλιστικούς απόηχους, το Good morning Babilonia (1987), μια αναφορά στους πρωτοπόρους του κινηματογράφου, το Le affinità elettive (1996), βασισμένο στο ομότιτλο έργο του Γκαίτε, ή το La Masseria delle allodole (2007).

Ο Βασίλης Ραφαηλίδης γράφει σχετικά το ύφος των αδελφών Taviani: «Αν ορίσουμε το «στυλ», σαν την «προσωπική αισθητική» του κάθε δημιουργού, οι αδελφοί Ταβιάνι είναι, σίγουρα, οι υπ’ αριθμόν ένα στυλίστες του ευρωπαϊκού σινεμά: Ήταν οι πρώτοι που «αφηγήθηκαν ιστορίες» με τρόπο καθαρά μουσικό που στήριξαν δηλαδή τη μυθοπλασία πάνω σε έναν καμβά δανεισμένο απ’ τις σύνθετες μουσικές- ηχητικές δομές της σονάτας και της συμφωνίας. Πράγμα ευεξήγητα άλλωστε, αφού έφτασαν στο σινεμά μέσω της μουσικολογίας, χρησιμοποιώντας το θέατρο σαν πρόσκαιρο μεταβατικό στάδιο. Το περίεργο είναι πως αυτοί οι εξπέρ της «πολυσημικής» έκφρασης -στις ταινίες τους, ή πολλαπλή σήμανσης των οπτικών δεδομένων εγγίζει συχνά τα όρια της ιδεολογικής αοριστίας της μουσικής- ξεκίνησαν την κινηματογραφική τους καριέρα (το 1954) σαν οπαδοί του μονοσήμαντου νεορεαλισμού (υπήρξαν βοηθοί του Ροσσελίνι και συνεργάσθηκαν αργότερα με τον Τζαβατίνι) και σαν ντοκιμαντεριστές (Δάσκαλος και συνεργάτης τους στο ντοκιμαντέρ ήταν ο Γιόρις Ίβενς).Αν το ντοκιμαντέρ δεν είχε καμιά απολύτως επίδραση στο στυλ των μεγάλου μήκους ταινιών τους είχε, ωστόσο, μια πολύ άμεση και χαρακτηριστική επίδραση στον κοινωνικοπολιτικό τους προσανατολισμό. Αυτοί οι ευκατάστατοι αστοί «ανακάλυψαν τον κόσμο κοιτώντας τον μέσα απ’ το βιζέρ της κάμερας» (όπως και ο Γκοντάρ) και τούτο το κοίταγμα τους οδήγησε απ’ ευθείας στο Κ.Κ. Ιταλίας».Ο Τάσος Γουδέλης αποτιμά το έργο τους: «Αν και οι πολιτικές πεποιθήσεις των στρατευμένων αυτών σκηνοθετών σε μια συγκεκριμένη ιδεολογία (δηλώνουν Μαρξιστές), θα μπορούσαν να τους οδηγήσουν εύκολα στην παγίδα του επικαιρικού και του άμεσου φαινομένου, το Ταβιανικό έργο τηρεί και στις πιο έντονες ιδεολογικές του φορτίσεις, απόσταση «ποιητικής ασφαλείας» από τα θέματα του.Η μουσική φόρμα δεν υιοθετείται τυχαία για να υποκαταστήσει την παραδοσιακή γραμμική, παραστατική αφήγηση. Η προσέγγιση των πραγμάτων που γίνεται δια μέσου της πολυσημίας των φυσικών και έντεχνων ήχων χωρίς καμιά εξαίρεση, ανατρέπει τη μονοδιάσταση σχέση εικόνας και θεατή, εκτρέπει τις ερμηνείες από την εύκολη συμπερασματική και υπονομεύει το ρεαλιστικό σκηνικό. Και επειδή ακριβώς το Ταβιανικό σινεμά δεν επιτρέπει στο πραγματικό να επιβληθεί στη δραματοποίηση, τοποθετείται πέραν των κινδύνων της εμπλοκής σε ιδεολογήματα.Η σύλληψη της πραγματικότητας ενώ σε πρώτη ανάγνωση φαίνεται εγκλωβισμένη στο κάδρο, ζει ωστόσο και αναπνέει έξω απ’ αυτό, σύνθετη, αύλη, ονειρική. Ενώ κατ’ αρχήν η αίσθηση της ιστορικότητας καθορίζει το πλαίσιο των θεμάτων, ευθύς αμέσως επεμβαίνει η αισθητική ανάγκη που στρέφεται εναντίον του «ντοκουμέντου», το κατακερματίζει και το ανασυνθέτει μέσα από τα υποκειμενικά μέτρα.Οι Ταβιάνι, σε κάθε στιγμή ζητούν να αποδείξουν τη μια μοναδική τους ιδιότητα: τη σκηνοθετική.Το βήμα της Ιστορίας θα φιλοξενήσει πάνω απ’ όλα το δικό τους φαντασιακό».
επιμέλεια Δ.Μ.

Πηγή: Σινεφίλια [Cinephilia.Gr] - Αδελφοί Taviani: Μοντερνισμός, πολιτική και ποίηση 


Οι Πάολο και Βιτόριο Ταβιάνι μιλούν αποκλειστικά στο Flix


Συναντήσαμε τους αδερφούς Ταβιάνι στο Βερολίνο στα μισά της 62ης Berlinale τον περασμένο Φεβρουάριο, λίγο πριν το «Ο Καίσαρας Πρέπει να Πεθάνει» κερδίσει μια από τις πιο δίκαιες Χρυσές Αρκτους στην ιστορία του Φεστιβάλ. Εμείς τους αντιμετωπίσαμε με δέος για το παρελθόν τους. Αυτοί, το μόνο που ήθελαν ήταν να μιλήσουν για το παρόν και το μέλλον τους.


Η συνάντηση με τους αδερφούς Ταβιάνι τον περασμένο Φεβρουάριο στο πλαίσιο του 62ου Διεθνούς Φεστιβάλ Κινηματογράφου του Βερολίνου ήταν αποκαλυπτική.
Στην ένατη δεκατία της ζωής τους (ο Πάολο είναι 81 και ο Βιτόριο 83 ετών), είναι γεμάτοι ενεργητικότητα, χιούμορ και μια κατασταλλαγμένη άποψη για τη ζωή και το σινεμά. Σαν να μην πέρασαν ποτέ έξι δεκαετίες από τότε που ξεκίνησαν να κάνουν σινεμά στις αρχές της δεκαετίας του '60. Σαν να μην υπήρξαν ποτέ αυτοί που έσωσαν το ιταλικό σινεμά, μετά το αναπόφευκτο τέλος του νεορεαλισμού με μια σειρά κλασικών και πολυβραβευμένων στα Φεστιβάλ του κόσμου ταινιών. Σαν το «Ο Καίσαρας Πρέπει να Πεθάνει», που λίγες μέρες μετά τη συνάντηση μας θα δικαίωνε τον τίτλο του αδιαφιλονίκητου φαβορί για τη Χρυσή Αρκτο, να ήταν η πρώτη τους ταινία.
Και συμπληρώνοντας ο ένας τις φράσεις του άλλου, μίλησαν στο Flix για για το πώς ξεκίνησε η ιδέα μιας κινηματογραφημένης παράστασης του «Ιουλίου Καίσαρα» από τους τρόφιμους μιας φυλακής υψίστης ασφαλείας, για την πολιτική κατάσταση της Ιταλίας σήμερα, για τους άλλους «αδερφούς» του παγκόσμιου σινεμά, για το πώς μετά από τόσα χρόνια παραμένουν φίλοι, συνεργάτες και συνοδοιπόροι στη μεγάλη περιπέτεια του σινεμά.
Σίγουροι πως το σινεμά και η Τέχνη δεν μπορούν να αλλάξουν τον κόσμο, αλλά μπορούν να βοηθήσουν να κάνουμε τη ζωή μας καλύτερη.

Για τη σχέση της ταινίας με την πολιτική κατάσταση στην Ιταλία σήμερα
Πάολο Ταβιάνι: Είμαστε πολύ λιγότερο «πολιτικοί» απ' όσο οι κριτικοί θέλουν να πιστεύουν για το έργο μας. Οταν ξεκίνησαμε αυτό το πρότζεκτ και αρχίσαμε την παραγωγή του, το πολιτικό σκηνικό στην Ιταλία δεν είχε αλλάξει. Πρωθυπουργός ήταν ακόμη ο Σίλβιο Μπερλουσκόνι. Δεν σκεφτήκαμε τη νέα κατάσταση, απλά ελπίζαμε να αλλάξει κάποια στιγμή το σκηνικό στην διακυβέρνηση της Ιταλίας. Δεν κάνουμε ταινίες με σκοπό να αποδείξουμε μια θέση ή να διαδώσουμε πολιτικά και κοινωνικά μηνύματα. Πιστεύουμε ότι όλοι μας είμαστε πολιτικά όντα και πως κάθε ταινία είναι αποτέλεσμα τύχης. Σε αυτήν την περίπτωση αυτό που συνέβη ήταν ότι ένα φίλος μας πρότεινε να πάμε στις φυλακές Ρεμπίμπια, στα προάστια της Ρώμης, για να παρακολουθήσουμε τη θεατρική παράσταση μιας ομάδας φυλακισμένων της πτέρυγας υψίστης ασφαλείας των φυλακών. Αποφασίσαμε να πάμε, και παρόλο που ήμασταν σκεπτικοί για το τι θα αντιμετωπίσουμε. συγκλονιστήκαμε από το θέαμα. Ενας σαραντάχρονος φυλακισμένος απήγγειλε αποσπάσματα από την «Κόλαση» του Δάντη και πριν ξεκινήσει δήλωσε πως «εμείς οι κρατούμενοι μπορούμε να καταλάβουν καλύτερα τι σημαίνει να υποφέρεις για την αγάπη και την απελπισία του να μην μπορείς να ζήσεις τον έρωτα σου. Βρισκόμαστε μακριά από τις γυναίκες μας, τις αρραβωνιαστικές μας, τους ανθρώπους που αγαπάμε και δεν ξέρουμε αν θα μας περιμένουν όταν βγούμε από δω». Οταν ξεκίνησε να απαγγέλει με τη ναπολιτάνικη προφορά του, συνειδητοποιήσαμε ότι μέσα από τη διάλεκτο του οι στίχοι του Δάντη έπαιρναν ένα καινούριο νόημα. Αυτό μας βοήθησε να καταλάβουμε ότι αν θέλαμε να κάνουμε μια ταινία για αυτούς τους κρατούμενους να ανεβάζουν μια παράσταση του «Ιούλιου Καίσαρα» του Γουίλιαμ Σαίξπηρ θα έπρεπε να τους αφήναμε ελεύθερους να μιλάει ο καθένας στη δική του διάλεκτο. Γι' αυτό το λόγο άλλωστε διαλέξαμε και τον «Ιούλιο Καίσαρα», γιατί μέσα του βρίσκονται με κάποιο τρόπο συγκεντρωμένα όλα τα θέματα που αφορούν έναν φυλακισμένο.
Για την αρμονική σχέση και συνεργασία τους και το χρόνο που περνάει
Βιτόριο Ταβιάνι: Εκτός από τις μέρες που είμαστε σε γύρισμα, συναντιόμαστε τα πρωινά και συζητάμε για όσα μας απασχολούν, τι διαβάσαμε στις εφημερίδες και τα επόμενα μας σχέδια. Το απόγευμα δεν τηλεφωνιόμαστε ποτέ. Το καλοκαίρι κάνουμε χωριστές διακοπές, μοιραζόμαστε το εξοχικό μας στη Σικελία, ο ένας πηγαίνει με την οικογένεια του τον Ιούλιο και ο άλλος τον Αύγουστο. Χρειαζόμαστε να είμαστε χωριστά. Αλλά το σινεμά είναι πάντοτε μια υπέροχη περιπέτεια και δεν υπάρχει πιο ωραίος τρόπος από το να το μοιράζεσαι με κάποιον. Υπάρχουν πολλές ιστορίες που θέλουμε να πούμε και δεν μπορεί παρά να είναι ευτυχία να έχεις δίπλα σου έναν συνοδοιπόρο που εκτιμάς και σέβεσαι. Για εμάς το να κάνουμε ταινίες έχει νόημα όταν ανακαλύπτουμε κάτι που δεν έχουμε ξαναδεί στη μεγάλη οθόνη. Τι άλλο να προσθέσω; Το σινεμά ξεκίνησε με τους αδερφούς Λιμιέρ και μετά από εμάς υπήρξαν πολλά αδέρφια που μας μιμήθηκαν: οι αδερφοί Νταρντέν, οι αδερφοί Κοέν... Με κάποιο τρόπο γίναμε το παράδειγμα!
Για το αν το σινεμά και η Τέχνη μπορούν να αλλάξουν τον κόσμο
Πάολο Ταβιάνι: Οχι, αλλά είναι σίγουρα ο κόσμος που αλλάζει το σινεμά. Ο κινηματογράφος μετράει μόνο 100 χρόνια ζωής και ήδη γίνεται κάτι διαφορετικό από αυτό που ξέραμε. Δεν είναι κάτι που πρέπει να μας τρομάζει. Τόσο οι νέοι κινηματογραφιστές, όσο και οι παλιότεροι, σαν εμάς, που νιώθουν νέοι πρέπει να μάθουν τη νέα γλώσσα του σινεμά. Αλλά πιστεύουμε πως η Τέχνη είναι μια ανάγκη του ανθρώπινου είδους. Ο άνθρωπος έχει την ανάγκη να αναπαριστά την πραγματικότητα του, να προσπαθεί να βελτιώσει τη ζωή του και με αυτήν την έννοια ναι η Τέχνη μπορεί να βοηθήσει να κάνουμε τις ζωές μας καλύτερες.
Για το ποια είναι η αγαπημένη ταινία από τη φιλμογραφία τους
Βιτόριο Ταβιάνι: Η πιο «άσχημη» που έχουμε κάνει.
Πάολο Ταβιάνι: Αυτή που δεν έχουμε κάνει ακόμη...

Πηγή: Οι Πάολο και Βιτόριο Ταβιάνι μιλούν αποκλειστικά στο Flix | FLIX