Ο Φριτς Λανγκ (Friedrich Anton Christian Lang, 5 Δεκεμβρίου 1890 – 2 Αυγούστου 1976) ήταν Αυστριακός σκηνοθέτης και, μαζί με τον Φρίντριχ Βίλχελμ Μούρναου, ο βασικός εκπρόσωπος του γερμανικού εξπρεσιονισμού. Το Ινστιτούτο Βρετανικού Κινηματογράφου του έδωσε μάλιστα το χαρακτηρισμό "Master of Darkness".
Γεννήθηκε το 1890 στη Βιέννη. Μετά το σχολείο, παρακολούθησε για σύντομο διάστημα μαθήματα στην Ανώτερη Τεχνική Σχολή της Βιέννης, ενώ αργότερα άρχισε να παίρνει μαθήματα ζωγραφικής. Στο διάστημα μεταξύ 1910 και 1914 ταξίδεψε στην Ευρώπη και, όπως ο ίδιος ισχυρίζονταν, στην Ασία και τη Βόρεια Αφρική. Με το ξέσπασμα του Α' Παγκοσμίου Πολέμου, επιστρέφει στη Βιέννη και κατατάσσεται στο στρατό. Τον Ιούνιο του 1916 τραυματίζεται σοβαρά και καθώς αναρρώνει γράφει μερικά σενάρια για ταινίες. Το 1918 επιστρέφει στη Βιέννη με νευρικές διαταραχές από τους βομβαρδισμούς και για σύντομο διάστημα δουλεύει ως ηθοποιός, προτού δεχθεί τη δουλειά του σεναριογράφου στην εταιρεία παραγωγής Decla του Έριχ Πόμερ στο Βερολίνο. Εκεί, εργάστηκε για λίγο ως σεναριογράφος αλλά γρήγορα στράφηκε στη σκηνοθεσία συνεργαζόμενος με εταιρείες όπως η UFA και η Nero-Film.
Το 1920 γνωρίζει την ηθοποιό και συγγραφέα Τέα φον Χάρμπου (1889 - 1954), η οποία έγραψε σχεδόν πάντοτε μαζί του τα σενάρια των πιο γνωστών του ταινιών: Dr. Mabuse der Spieler, Die Nibelungen, Metropolis, και Ο Δράκος του Ντίσελντορφ. Παντρεύονται το 1922 για να χωρίσουν το 1933. Την ίδια χρονιά απαγορεύεται από το Γ' Ράιχ η προβολή της ταινίας του Testament des Dr. Mabuse και ο Λανγκ φεύγει για το Παρίσι, για να καταλήξει, ένα χρόνο αργότερα στην Αμερική. Αρχικά υπογράφει συμβόλαιο με την ΜGΜ και τα επόμενα είκοσι χρόνια θα σκηνοθετήσει αρκετές αμερικανικές ταινίες. Το 1950 σκηνοθετεί τις τρεις τελευταίες του ταινίες στα γερμανικά, οι οποίες έτυχαν άσχημης υποδοχής από το κοινό. Το 1964, σχεδόν τυφλός, έγινε πρόεδρος της επιτροπής του Φεστιβάλ των Καννών. Ως σκηνοθέτης είχε τη φήμη του τελειομανούς και κακού χαρακτήρα που κακομεταχειριζόταν τους ηθοποιούς.
Πέθανε στην Καλιφόρνια το 1976
Σκηνοθεσία
| ||||
Σεναριογράφος
Ηθοποιός
| ||||
του Γιώργου Ρούσσου
Ο σπουδαίος Αυστριακός σκηνοθέτης, Φριτς Λανγκ, μαζί με τον Φρίντριχ Βίλχελμ Μουρνάου, θεωρούνται δικαίως ως οι βασικοί εκπρόσωποι του γερμανικού εξπρεσιονισμού.
Ο Φριτς Λανγκ (Friedrich Anton Christian Lang), γεννήθηκε στις 5 Δεκεμβρίου του 1890 στη Βιέννη. Αρχικά σπούδασε πολιτικός μηχανικός αλλά σύντομα ενδιαφέρθηκε για τη ζωγραφική. Στο διάστημα αυτό, μεταξύ 1910 και 1914, ταξίδεψε στην Ευρώπη, στην Ασία και τη Βόρεια Αφρική. Με το ξέσπασμα του Ά Παγκοσμίου Πολέμου, επιστρέφει στη Βιέννη και κατατάσσεται στον στρατό. Τον Ιούνιο του 1916 τραυματίζεται σοβαρά και καθώς αναρρώνει γράφει μερικά σενάρια για ταινίες.
Το 1918 ο Φριτς Λανγκ επιστρέφει στη Βιέννη με νευρικές διαταραχές από τους βομβαρδισμούς και για σύντομο χρονικό διάστημα δουλεύει ως ηθοποιός, προτού δεχθεί τη δουλειά του σεναριογράφου στην εταιρεία παραγωγής Decla του Έριχ Πόμερ (Erich Pommer) στο Βερολίνο.
Εκεί ο Λανγκ εργάστηκε για λίγο ως σεναριογράφος αλλά γρήγορα στράφηκε στη σκηνοθεσία συνεργαζόμενος με εταιρείες όπως η UFA και η Nero-Film. Το 1920 γνωρίζει την ηθοποιό και συγγραφέα Τέα φον Χάρμπου (1889 - 1954), η οποία έγραψε μαζί του μερικά από τα πιο χαρακτηριστικά σενάρια των διάσημων πλέον ταινιών του όπως: "Dr. Mabuse der Spieler" (1922), "Die Nibelungen" (1924), Οι Ιππότες της Ομίχλης (1924) "Metropolis" (1927), και "Μ" (1931).
Η Τέα φον Χάρμπου και ο Φριτς Λανγκ παντρεύονται το 1922 για να χωρίσουν το 1933. Την ίδια χρονιά απαγορεύεται από το Γ' Ράιχ η προβολή της ταινίας του "Testament des Dr. Mabuse". Παρ' όλα αυτά, ο υπουργός προπαγάνδας των ναζί, Josef Goebbels, εντυπωσιασμένος από τη δύναμη του κινηματογράφου του Λανγκ, του πρόσφερε τη θέση του διευθυντή του Γερμανικού Κινηματογραφικού Ινστιτούτου. Όμως, ο Λανγκ αρνήθηκε και έφυγε για το Παρίσι, για να καταλήξει έναν χρόνο αργότερα στην Αμερική.
Το 1936 βρίσκει τον Φριτς Λανγκ στις Ηνωμένες Πολιτείες να υπογράφει συμβόλαιο με την ΜGΜ και τα επόμενα είκοσι χρόνια θα σκηνοθετήσει αρκετές αμερικανικές ταινίες. Ανάμεσά τους κλασσικά, αριστουργηματικά φιλμ νουάρ, όπως: «Τα ίχνη ήταν ψεύτικα» (1956), «Ενώ η πόλη κοιμάται» (1956), «Το ανθρώπινο κτήνος» (1954), «Η μεγάλη κάψα» (1953), «Η γαλάζια γαρδένια» (1953). Συναρπαστικά σκοτεινά ερωτικά δράματα: «Το μυστικό του 7ου δωματίου» (1947), «Η σκύλα» (1945), «Η γυναίκα της βιτρίνας» (1944), αλλά και κατασκοπικά αντι-ναζιστικά φιλμ, όπως: «Αγάπη στη σκιά του φόβου» (1944), «Και οι δήμιοι πεθαίνουν» (1943).
Στα τέλη της δεκαετίας του ’50, έχοντας πλέον γυρίσει μία πληθώρα διάσημων ταινιών, ο Φριτς Λανγκ επιστρέφει πίσω στη Γερμανία, όπου και θα σκηνοθετήσει τις τρεις τελευταίες του δημιουργίες στα γερμανικά, οι οποίες δεν έτυχαν ιδιαίτερης θερμής υποδοχής από το κοινό της εποχής. Η τελευταία του ταινία, «Ο δολοφόνος με τα 1000 μάτια» (1960) ήταν μια συνέχεια και ένας φόρος τιμής στις 2 ταινίες του, με τον χαρακτήρα Dr. Mabuse, που είχε γυρίσει τις δεκαετίες του ’20 και του ’30.
Το 1964, το Διεθνές Κινηματογραφικό Φεστιβάλ των Καννών επιλέγει τον Φριτς Λανγκ, ως πρόεδρος της κριτικής επιτροπής του, ενώ έναν χρόνο πριν ο Λανγκ θα υποδυθεί τον εαυτό του στην θρυλική "Περιφρόνηση" (Le mépris - 1963) του Ζαν-Λυκ Γκοντάρ. Ο γεννημένος στην Αυστρία, Γερμανός σκηνοθέτης Φριτς Λανγκ έφυγε στις 2 Αυγούστου του 1976 στην Καλιφόρνια των Ηνωμένων Πολιτειών, σε ηλικία 86 ετών, αφήνοντας πίσω του μία ιδιαίτερα πλούσια πολιτιστική κληρονομιά.
Για τη συνέχεια, θα αναλύσουμε λίγο περισσότερο τέσσερις από τις πλέον χαρακτηριστικές δημιουργίες τις οποίες απλόχερα μας χάρισε ο σπουδαίος δημιουργός Φριτς Λανγκ:
«Metropolis» (1927)
Στο μέλλον, η πόλη «Metropolis» είναι το στολίδι του σύγχρονου κόσμου. Παράδειγμα υψηλής τεχνολογίας, στολίδι της πιο μοντέρνας αρχιτεκτονικής, με εντυπωσιακά πανύψηλα κτήρια, εναέρια κυκλοφορία, όπου η διασκέδαση και ο πλούτος, βρίσκονται σε αφθονία. Ένας εξελιγμένος παράδεισος που όμως απολαμβάνουν οι λίγοι, οι αστοί.
Κυβερνήτης στην πόλη «Metropolis» είναι ο Τζο Φρέντερσεν (Άλφρεντ Άμπελ - Alfred Abel), που διοικεί την πόλη από το τεράστιο γραφείο του στην κορυφή ενός ουρανοξύστη. Αυτή η φαινομενικά πανέμορφη ουτοπία όμως δεν κινείται μόνη της. Είναι ένας καλο-λαδωμένος μηχανισμός, που λειτουργεί νύχτα-μέρα από τον εξαντλητικό κόπο και μόχθο των εργατών.
Στα έγκατα της γης, κάτω από την πόλη με την έντονη ζωή, βρίσκονται στρατιές εργατών που ζουν και χειρίζονται τις μηχανές, ώστε όλα να λειτουργούν ρολόι στην επιφάνεια της γης. Κάθε μέρα, οι εργάτες εξουθενωμένοι από την σκληρή δουλειά επιστρέφουν στα ταπεινά σπίτια τους και στις οικογένειές τους, μόνο και μόνο για να ξεκινήσει η επόμενη βάρδια με άλλους εργάτες...
Όμως, αυτή η κατάσταση, με τους αστούς να χαίρονται τη ζωή που τους προσφέρει ο μόχθος των εργατών, σύντομα θα αλλάξει, όταν ο γιος του Φρέντερσεν, ο Φρέντερ (Γκουστάβ Φρόλιχ - Gustav Fröhlich), που ζει μια ξένοιαστη ζωή γεμάτη γλέντια, γνωρίζει κατά τύχη την όμορφη Μαρία, κόρη ενός εργάτη (Μπριγκίτε Χελμ - Brigitte Helm).
Ο Φρέντερ ερωτεύεται κεραυνοβόλα την αγνή Μαρία, την ακολουθεί στην πόλη των εργατών και συγκλονίζεται όταν ανακαλύπτει ότι η δική του ευτυχία στηρίζεται στον κόπο ενός ολόκληρου κόσμου, που δεν γνώριζε καν ότι υπάρχει. Όταν όμως ο πατέρας του, βλέπει την επιρροή της Μαρίας στους εργάτες, αλλά και στον γιο του Φρέντερ, ο οποίος επιθυμεί να φέρει δικαιοσύνη, αποφασίζει να δώσει ένα μάθημα στους εργάτες, για να μην τολμήσουν να σηκώσουν ποτέ ξανά κεφάλι.
Συναντά λοιπόν τον μισότρελο επιστήμονα Ρότβανγκ (Ρούντολφ Κλάιν - Ρότζε - Rudolf Klein-Rogge) και του δίνει εντολή να δώσει της μορφή της Μαρίας σ' ένα ρομπότ που έχει φτιάξει. Το ρομπότ θα παρασύρει τους εργάτες σε απερίσκεπτες πράξεις, που θα πληρώσουν με το αίμα τους.
Έτσι ο Ρότβαγκ ακολουθώντας τις εντολές που του έχουν πλέον δοθεί, αιχμαλωτίζει τη Μαρία και φτιάχνει το μοχθηρό ρομπότ, το οποίο αρχίζει το διαβολικό έργο του. Ο Φρέντερ στην αρχή δεν καταλαβαίνει την αλλαγή της αγαπημένης του Μαρίας. Θα παλέψει όμως για την αγάπη του και για την ανακάλυψη της αλήθειας. Μόλις οι συνέπειες των καταστρεπτικών πράξεων της ψεύτικης Μαρίας αρχίσουν να φαίνονται, η «Metropolis», τόσο πάνω όσο και κάτω από τη γη, δεν θα είναι ποτέ ξανά η ίδια...
To «Metropolis» (1927) του Φριτς Λανγκ, είναι μία μυθική δημιουργία, ορόσημο του παγκόσμιου κινηματογράφου, τόσο του βωβού όσο και για τις επόμενες γενεές, καθώς αποτελεί μεταξύ άλλων και την κυριότερη επιρροή σε όλες τις ταινίες επιστημονικής φαντασίας που γυρίστηκαν από τότε.
Ταυτόχρονα, η ταινία αποτελεί κι ένα μήνυμα από την εποχή της Δημοκρατίας της Βαϊμάρης, που ακόμα ακούγεται επίκαιρο: δικαιοσύνη, ισότητα, όχι εκμετάλλευση του ενός από τον άλλο, που μέσα από την ταινία του Φριτς Λανγκ, παίρνει ταξική μορφή, ανάμεσα στους αστούς και τους εργάτες.
Το «Metropolis» ήταν η πιο ακριβή βωβή ταινία που έγινε ποτέ και η παραγωγή της κόστισε 5 εκατομμύρια μάρκα. Το φιλμ διαθέτει ειδικά εφέ και σκηνικά που εντυπωσιάζουν ακόμα και σήμερα. Με έντονες εξπρεσιονιστικές εικόνες αλλά και παραστάσεις μοντέρνας αισθητικής, του καλλιτεχνικού στυλ Αρ Ντεκό, που μετέτρεψαν την ταινία σε διαχρονική πηγή έμπνευσης.
Αξίζει τέλος να σημειώσουμε ότι το «Metropolis» Φριτς Λανγκ, αποτελεί την πρώτη ταινία που συμπεριελήφθη ως παγκόσμια πολιτιστική κληρονομιά, από τον κατάλογο με τα έργα Παγκόσμιας Μνήμης της UNESCO.
«Μ, ο Δράκος του Ντίσελντορφ» (Μ - 1931)
Βερολίνο, αρχές 1930. Η τοπική κοινωνία αναστατώνεται από την ύπαρξη ενός τρομακτικού σίριαλ κίλερ, που σκοτώνει μόνο παιδιά. Ο «δράκος» αυτός, καταφέρνει και ξεφεύγει συνέχεια και ο αριθμός των παιδιών που εξαφανίζονται, σταδιακά μεγαλώνει. Κανείς δεν μπορεί να φανταστεί ποιος μπορεί να είναι αλλά ο δολοφόνος έχει ένα χαρακτηριστικό: σφυρίζει πάντα έναν συγκεκριμένο σκοπό από ένα κομμάτι κλασσικής μουσικής...
Στο μεταξύ, η υποψία πλανάται στον αέρα και οι άνθρωποι ψάχνουν ανάμεσά τους τον στυγνό δολοφόνο. Η αστυνομία κάνει κάθε δυνατή προσπάθεια να εντοπίσει τον δολοφόνο, φρουρεί ασφυκτικά τους δρόμους και ερευνά τις συνοικίες σπιθαμή προς σπιθαμή. Παράλληλα, ο υπόκοσμος της περιοχής αποφασίζει να αναλάβει δράση!
Οι μικροκακοποιοί και οι κλέφτες, δυσανασχετούν με τη βαριά αστυνόμευση της περιοχής, που δεν τους επιτρέπει πια να κάνουν τις απατεωνιές τους και αποφασίζουν να βρουν αυτοί μόνοι τους τον σίριαλ κίλερ ώστε να δώσουν ένα τέλος σε αυτή την κατάσταση.
Συνεννοούνται λοιπόν με τους ζητιάνους των δρόμων, που κυκλοφορούν παντού χωρίς να τους υποψιάζεται κανείς και τους αναθέτουν το έργο να κατασκοπεύουν τους δρόμους για να ανακαλύψουν τον απεχθή εγκληματία.
Πράγματι, σύντομα ο δολοφόνος προδίδεται από τον μουσικό σκοπό που σφυρίζει, τον οποίο αναγνωρίζει ένας τυφλός ζητιάνος. Ο δολοφόνος πέφτει στα χέρια των κακοποιών, οι οποίοι τον πάνε σ' ένα δικό τους λαϊκό δικαστήριο, με σκοπό την αυτοδικία, σε μία υπέροχη όσο και κλασσική σκηνή...
Μέσα από εξπρεσιονιστικές φωτοσκιάσεις παρουσιάζεται το προφίλ ενός παθολογικού δολοφόνου παιδιών και ταυτόχρονα το ψυχόγραμμα μιας κοινωνίας που αισθάνεται ότι απειλείται από σκοτεινές και ανεξέλεγκτες για την ίδια δυνάμεις.
Η αντίστοιχη λειτουργία αστυνομίας και οργανωμένου εγκλήματος οδηγεί στην ακύρωση του ηθικού πυρήνα του Δικαίου, ενώ παράλληλα και προφητικά, ανατέμνονται τα φαινόμενα μαζικής υστερίας που δρομολόγησαν την άνοδο του ναζισμού, αλλά και χρησιμοποιήθηκαν για τις επιδιώξεις του...
Η προβληματική της εγκληματικής προσωπικότητας και της ψυχοπαθολογικής ερμηνείας της αποκλίνουσας συμπεριφοράς οφείλει να απομακρύνεται από τις στείρες ηθικοπλαστικές καταγγελίες και να αναζητά τόσο τις ψυχοδυναμικές πηγές της όσο και τους γενικότερους ιστορικούς ή οικονομικούς λόγους που συγκροτούν την αναπόφευκτη παρουσία της.
Το «Μ», βασίζεται στην υπόθεση του Γερμανού σίριαλ κίλερ Πέτερ Κούρτεν, τον λεγόμενο «Δράκο του Ντίσελντορφ», που έδρασε τη δεκαετία του ’20, αν και ο ίδιος ο Λανγκ έλεγε ότι η ταινία αντλεί στοιχεία και από διάφορους άλλους σίριαλ κίλερς που τρομοκρατούσαν εκείνη την εποχή τη Γερμανία, όπως τους Χάαρμαν, Γκρόσμαν και Ντένκε.
Το σενάριο της ταινίας υπογράφει η τότε σύζυγος του Λανγκ, η Τέα Φον Χάρμπου, η οποία είχε γράψει, μεταξύ άλλων και το σενάριο του «Μετρόπολις». Η Τέα, αποτελεί μία αμφιλεγόμενη προσωπικότητα, η οποία έγραψε μερικά από τα πιο σημαντικά σενάρια του Λανγκ αλλά στην συνέχεια οι δρόμοι τους χώρισαν καθώς εκείνη ασπάστηκε αργότερα τον ναζισμό.
Στον πρωταγωνιστικό ρόλο, ο Πέτερ Λόρε είναι απλά συγκλονιστικός και αξεπέραστος σε αυτή την ερμηνεία που τον καθιέρωσε. Ο Λόρε είχε ήδη εμπειρία στο θέατρο του Μπρεχτ και εδώ έβαλε όλο του το ταλέντο, ενσαρκώνοντας τέλεια μια διαταραγμένη προσωπικότητα. Μετά από αυτό τον ρόλο ο Λόρε έκανε σημαντική καριέρα και στο Χόλιγουντ, παίζοντας σε διάσημες και κλασσικές ταινίες, όπως «Το γεράκι της Μάλτας» και η «Casablanca».
Αξίζει να σημειώσουμε ότι η ταινία, «Μ, ο Δράκος του Ντίσελντορφ» (Μ - 1931) είναι η πρώτη ομιλούσα ταινία του Φριτς Λανγκ και έχει ψηφιστεί ως η σημαντικότερη Γερμανική ταινία όλων των εποχών από την Ένωση Γερμανικών Ταινιοθηκών. Παράλληλα θεωρείται και ως μία από τις 100 καλύτερες ταινίες του παγκόσμιου κινηματογράφου, σύμφωνα με τη λίστα του Empire Magazine.
«Και οι Δήμιοι Πεθαίνουν!» (Hangmen Also Die! - 1943)
Κατά τη διάρκεια της ναζιστικής κατοχής της Τσεχοσλοβακίας ο χειρουργός Δρ. Franticek Svoboda (Brian Donlevy), ένας Τσέχος πατριώτης, δολοφονεί τον άγριο “Δήμιο της Ευρώπης” Reichsprotektor Reinhard Heydrich (Hans Heinrich von Twardowski) και τραυματίζεται κατά τη διάρκεια της απόπειράς του.
Στην προσπάθειά του να διαφύγει ο Heydrich, λαμβάνει βοήθεια από έναν Καθηγητή Ιστορίας τον Stephen Novotny (Walter Brennan), ο οποίος παρακολουθείται από τους Ναζί και την κόρη του Mascha (Anna Lee).
Ως αντίποινα για τη δολοφονία ο αρθρογράφος Emil Czaka (Gene Lockhart) κι ένας ζυθοποιός, βοηθούν τις διαδικασίες για την εκτέλεση 400 πολιτών της Πράγας, συμπεριλαμβανομένου του Καθηγητή Novotny, αν δεν αποκαλυφθεί άμεσα ο δολοφόνος.
Μέσα από μία σύνθετη αλληλουχία γεγονότων, η Αντίσταση καταφέρνει να παγιδέψει και να υποδείξει τον Czaka ως τον δολοφόνο, αλλά όχι πριν οι Ναζί εκτελέσουν πολλούς ομήρους.
Η μπρεχτική λογική του “Εσύ κι Εγώ” προϊδεάζει για το «Και οι Δήμιοι Πεθαίνουν!». Η ιστορία βασίζεται στην πραγματική δολοφονία του Ναζί, Ράινχαρντ Χάιντριχ, σύμβολο της αγριότητας του Γ' Ράιχ, από Τσέχους αντάρτες και εξιστορεί τις έρευνες για την ανεύρεση του δολοφόνου.
Το φιλμ «Και οι Δήμιοι Πεθαίνουν!» (Hangmen Also Die! - 1943) είναι το πιο πολιτικό έργο της φιλμογραφίας του Φριντς Λανγκ και μαρτυρεί τις πολιτικές του θέσεις, καθώς αποτελεί για τον ίδιο τον δημιουργό, την πιο ικανοποιητική του δημιουργία στο Χόλιγουντ, μαζί με τη μεταγενέστερη «Μεγάλη Κάψα». Η ταινία αξίζει να σημειώσουμε ότι προτάθηκε για το Όσκαρ Καλύτερου Ήχου και Καλύτερης Μουσικής.
Η επαφή του Μπρεχτ με τον Φριτς Λανγκ την πρώτη χρονιά του στο Χόλιγουντ οδήγησε στο μοναδικό πρακτικό αποτέλεσμα των προσπαθειών του για το φιλμ. Σε αυτή την εποχή ανήκουν τα κείμενά του, που δεν γυρίστηκαν ποτέ σε ταινίες, σαν εξηγήσεις των σκοπών του και σαν διατυπωμένες προτάσεις για την τέχνη της αντιφασιστικής εξορίας.
Έστω κι αν ο Μπρεχτ δεν επιδοκίμασε την ταινία «Και οι Δήμιοι Πεθαίνουν!», είναι ωστόσο μία από τις καλύτερες ταινίες που γυρίστηκαν σε αμερικανικό στούντιο ενάντια στον φασισμό. Το Χόλιγουντ είδε με ενδιαφέρον αυτή την απόπειρα στην Πράγα και ο Μπρεχτ είδε σε αυτό το σενάριο μία ευκαιρία για ταινία, που θα μετέφερε μηνύματα για την ουσιαστική σημασία τους, που για τον Μπρεχτ ήταν ο αντιστασιακός αγώνας του λαού.
Ο Μπρεχτ και ο Λανγκ δούλεψαν εντατικά για το στόρι της ταινίας. Εξαιτίας της έλλειψης επαρκών πληροφοριών και της ύπαρξης πιο συγκεκριμένων αφηγήσεων, αναγκάστηκαν να καταφύγουν σε δικές τους εμπνεύσεις. Για εκτελεστή του Χάιντριχτ επινόησαν έναν γιατρό της Πράγας. Όλες οι εκμυστηρεύσεις του Μπρεχτ και οι πρώτοι τίτλοι που προτάθηκαν για την ταινία - «Οι Όμηροι της Πράγας» και «Η Σιωπηλή Πόλη» - δείχνουν ότι επρόκειτο για μια ταινία συλλογικής δουλειάς που θα απεικόνιζε την Αντίσταση και τα δεινά του τσέχικου λαού. Τον Μπρεχτ τον ενδιέφεραν συγκεκριμένα συμβάντα και γεγονότα του αντιφασιστικού αγώνα, που μπόρεσε να τα μεταλαμπαδεύσει στο φιλμ, σύμφωνα με τις όποιες αυθεντικές εξιστορήσεις.
Η ταινία μας δείχνει ότι η απόπειρα ενάντια στον Χάιντριχτ είναι μόνο η αφορμή για το στόρι του έργου. Όμως στην ανάπτυξη του στόρι προέκυψαν διαφορές σε ζητήματα αρχών, οι οποίες όξυναν την αντίθεση ανάμεσα στον Μπρεχτ, τον Λανγκ και στο Χόλυγουντ.
Παράλληλα ο Λανγκ έψαχνε για έκτακτες και ασυνήθιστες οπτικές εικόνες που ο συνδυασμός τους να εντυπωσιάζει τον θεατή, παρά τη δεδομένη αντίρρηση του Μπρεχτ. Για παράδειγμα, ο αρχηγός της αντιστασιακής ομάδας βαριά τραυματισμένος κρύβεται πίσω από την κουρτίνα ενός παραθύρου, όταν η Γκεστάπο κάνει έρευνα στο σπίτι και ο δράστης της δολοφονικής απόπειρας παίζει στην Γκεστάπο μια ψεύτικη ερωτική σκηνή με μια κοπέλα, της οποίας τον αρραβωνιαστικό έχουν φέρει εκεί...
«Η Σκύλα» (Scarlet Street - 1945)
Ο Κρίστοφερ Κρος (Έντ Ρόμπινσον) είναι ένας ευσυνείδητος ταμίας που εργάζεται επί 25 χρόνια στην ίδια τράπεζα. Είναι όμως κι ένας μοναχικός άνθρωπος. Με την γυναίκα του Αντέλ, δεν υπάρχει καμία ψυχική επαφή, μοιάζουν σαν δύο ξένοι. Μοναδική του παρηγοριά είναι η ζωγραφική.
Μια βροχερή νύχτα, βλέπει κάποιον να επιτίθεται σε μια γυναίκα (Τζόαν Μπένετ) στην οδό Scarlett. Αφού την σώζει, γνωρίζονται καλύτερα και αναπτύσσεται μια συμπάθεια ανάμεσά τους. Ο Κρις, την ερωτεύεται και της προσφέρει στέγη στο διαμέρισμα που διατηρεί για τους πίνακές του.
Η Κίτι, που αρχικά τον νομίζει για μεγάλο ζωγράφο, του παριστάνει την ερωτευμένη με σκοπό να τον εκμεταλλευθεί, κάτι που καταφέρνει εύκολα. Στη συνέχεια η εκμετάλλευση γίνεται εντονότερη, αφού ο Κρις μεταβάλλεται σε απόλυτο θύμα της Κίτι και του εραστή της. Αργότερα, όταν θα έρθει η ώρα της πικρής αλήθειας, τα πράγματα θα έχουν δυστυχώς τραγική κατάληξη για όλους τους εμπλεκόμενους...
Ο μεγάλος σκηνοθέτης Φριτς Λανγκ προσφέρει τη δική του συνδρομή στον μύθο του φιλμ νουάρ. Στην συγκεκριμένη εκδοχή, ο άνδρας είναι το θύμα και η γυναίκα λειτουργεί ως αρπακτικό. Ένα παιχνίδι εκμετάλλευσης και ψεμμάτων, που στήνεται με μαεστρία και που θα οδηγήσει σε μία μοιραία, όσο και αναπόφευκτη λύτρωση.
Αξίζει να σημειώσουμε, ότι το υπέροχο αυτό φιλμ αποτελεί μία επιτυχημένη διασκευή, ενός επίσης σημαντικότατου καλλιτέχνη. Ο λόγος φυσικά για τον αγαπημένο Ζαν Ρενουάρ, που το 1931 γύρισε την ταινία «Η Σκύλα» (La Chienne) με το ίδιο θέμα. Ήταν μάλιστα, η πρώτη ομιλούσα ταινία του μεγάλου Γάλλου δημιουργού. Η ιστορία, βασίζεται στο μυθιστόρημα (και στη συνέχεια θεατρικό έργο) των Georges de La Fouchardière και André Mouézy-Éon.
Ειδική μνεία, οφείλουμε να κάνουμε στον πρωταγωνιστή της ταινίας μας, τον σπουδαίο καρατερίστα ηθοποιό Edward G. Robinson, όπου εδώ τον συναντάμε στο απόγειο της καριέρας του. Είναι χαρακτηριστικό, ότι έναν χρόνο πριν, ήταν ο πρωταγωνιστής στο “The Woman in the Window”, επίσης του Φριτς Λανγκ, ενώ το 1946, εμφανίζεται στο “The Stranger”, δίπλα στον σπουδαίο Όρσον Γουέλς, ο οποίος βέβαια υπογράφει και την σκηνοθεσία.
Ο Φριτς Λανγκ, εκ των βασικών εκπροσώπων του γερμανικού εξπρεσιονισμού, αποδεικνύει για άλλη μια φορά, ότι μπορεί να ελίσσεται άψογα, όπως ελάχιστοι συνάδελφοί του, ανάμεσα σε διαφορετικά κινηματογραφικά είδη, χαρίζοντας όμως πάντα, αξιόλογο αισθητικό αποτέλεσμα.
Φριτς Λανγκ: Ο μεγαλοφυής του γερμανικού εξπρεσιονισμού (tvxs.gr)
Φριτς Λανγκ,Ζαν Λικ Γκοντάρ, Τζακ Πάλανς, Μισέλ Πικολί στα γυρίσματα τηε "Περιφρόνησης"